Άριες με ξανθά μαλλιά

Μυθιστορήματα και μελέτες για τον ρόλο που οι γυναίκες έπαιξαν στο χιτλερικό καθεστώς

της Κατερίνας Σχινά *

Στυγνές, στυγερές, άτεγκτες δεσμοφύλακες των στρατοπέδων θανάτου· σύζυγοι που υιοθετούν ολόθυμα το στερεότυπο της μητέρας και της οικοδέσποινας· άβουλες ερωμένες που συναρπάζονται από την ένστολη ενσάρκωση της βίας· ψυχρές φανατικές που δεν διστάζουν να θανατώσουν τα παιδιά τους όταν το ιδεώδες τους καταρρέει: γυναίκες ταυτισμένες με το ναζιστικό καθεστώς, Αριες με ξανθά μαλλιά και γερά λαγόνια, κατάλληλες να ανταποκριθούν στο καθοριστικό και αναγκαίο για τον ρόλο τους τρίπτυχο που όρισε για λογαριασμό τους ο εθνικοσοσιαλισμός: Kinder, Kuche, Kirche – Παιδιά, Κουζίνα, Εκκλησία. Αλλά και σχολαστικές, πειθήνιες υπάλληλοι, δακτυλογράφοι, δασκάλες, νοσοκόμες, γραμματείς. Από το 1933 που ο Χίτλερ κατέλαβε την εξουσία ως τις παραμονές του πολέμου, οι Γερμανίδες ολοένα και πύκνωναν τις τάξεις των ναζιστικών οργανώσεων: πέντε εκατομμύρια στο γυναικείο παράρτημα του Ναζιστικού Εργατικού Μετώπου, οκτώ εκατομμύρια μέλη του δικτύου ναζιστικών γυναικείων ενώσεων Frauenschaft. Ήταν «αξιοπρεπείς», «συνηθισμένες» γυναίκες, πρόθυμες να υπηρετήσουν ένα σύστημα που αναποδογύριζε την ηθική, διέστρεφε τις παραδόσεις και τον πολιτισμό, δυσπιστούσε απέναντι σε όλες τις μορφές της κοινωνικής ζωής. Το «γιατί» δύσκολα απαντάται. Υπνωτιστική σαγήνευση από την «αρρενωπότητα» των συμβόλων και των τελετουργιών, αυτοκαταστροφικός μαζοχισμός, χαμηλή αυτοεκτίμηση; «Όχι Θεός, αλλά μια σβάστικα/ τόσο μαύρη που κανένας ουρανός δεν θα μπορούσε να τη διαπεράσει./ Κάθε γυναίκα λατρεύει ένα φασίστα», έγραφε η Σύλβια Πλαθ στο ποίημά της «Daddy».

Δεν ήταν ανυποψίαστες

Όμως, η ερευνήτρια Κλόντια Κουντς στο βιβλίο της «Μητέρες στη γη των πατέρων: Γυναίκες, οικογένεια και ναζιστική πολιτική» (εκδ. Routledge, 1987) μας υπενθυμίζει το αυτονόητο: ότι ο μύθος της ερωτικής έντασης «ανάμεσα στην ωραία και στο κτήνος», ο οποίος γεννιέται από την έκδηλη, στις στολές και στη στρατιωτική πειθαρχία, απειλή της βίας και καλλιεργείται από τη φασιστική αισθητική, παραποιεί τη γνήσια εμπειρία των ανδρών και των γυναικών που έζησαν στη χιτλερική Γερμανία. Οι ναζίστριες δεν ήταν αφελή θύματα της σαγήνης, τονίζει η Κουντς, η οποία για τις ανάγκες της έρευνάς της μελέτησε όγκους ντοκουμέντων και συνομίλησε με αρκετές επιβιώσασες «ιέρειες του ναζισμού». Δεν ήταν ανυποψίαστες μητέρες που βολεύτηκαν στον οικιακό ρόλο τον οποίο τους επιφύλασσε το καθεστώς, παραπλανημένες πατριώτισσες που έταξαν τον εαυτό τους στην αναπαραγωγή και στην καθαρότητα της φυλής. Ήταν γυναίκες που συνεργάστηκαν με το καθεστώς από πεποίθηση, από οπορτουνισμό, από ενεργή επιλογή. Δεν ήταν, με άλλα λόγια, αθώες του αίματος. Δύο μυθιστορήματα και μία μελέτη που κυκλοφόρησαν πρόσφατα επιβεβαιώνουν την Κουντς. Το μυθιστόρημα «Μαύρα ρόδα» της Τζέιν Τάιν (εκδ. Simon & Schuster), αντλώντας υλικό από τα απομνημονεύματα της Έμι Γκέρινγκ, τις επιστολές της Μάγκντα Γκέμπελς και τα ημερολόγια του συζύγου της, παρακολουθεί το σύμπαν των ναζί γυναικών μέσα από τα μάτια μιας επινοημένης ηρωίδας, της Αγγλοαμερικανίδας ηθοποιού Κλάρα Βάιν· η Γερμανίδα Μέικε Ζίαρβογκελ, με το «Μάγκντα» (εκδ. Turnaround Publisher services), προσπαθεί να συνθέσει το ψυχολογικό πορτρέτο μιας φανατικής που φτάνει να δηλητηριάσει τα ίδια της τα παιδιά, ανασκευάζοντας την «άσχημη, βάρβαρη και σύντομη ζωή» της Μάγκντα Γκέμπελς. Μάλιστα, η Ζίαρβογκελ έγραψε το βιβλίο της απευθείας στα αγγλικά, ώστε να επιτύχει την αναγκαία απόσταση από «τη γενιά των γονιών της, που ποτέ δεν κατάφεραν να επουλώσουν το “τραύμα του ναζισμού”», όπως χαρακτηριστικά δήλωσε στην εφημερίδα Guardian.

Συνεργοί στη γενοκτονία

Όμως, είναι η μελέτη της Γουέντι Λόουερ, με τίτλο «Οι ερινύες του Χίτλερ, Γερμανίδες στα ναζιστικά πεδία θανάτου» (εκδ. Chatto & Windus) εκείνη που αποτυπώνει ακόμη εναργέστερα την «κοινοτοπία του κακού» όπως την ενσάρκωσαν οι ναζίστριες-δημόσιες λειτουργοί του εθνικοσοσιαλιστικού καθεστώτος. Επικεντρωμένη στην ομαδική προσέλκυση Γερμανίδων γυναικών στο Οστράουμ (τη νέα γερμανική αυτοκρατορία που περιλάμβανε τις κατεχόμενες Πολωνία, Ουκρανία και Λευκορωσία), προκειμένου να καλύψουν τις ανάγκες της «ανατολικής ναζιστικής αποικίας» σε γραμματείς, δασκάλες και νοσοκόμες, η μελέτη συνυφαίνει την εμπειρία δεκατριών απλών γυναικών που πήγαν αυτοβούλως να δουλέψουν στα ανατολικά, «για να προοδεύσουν, να γλιτώσουν τους κουραστικούς περιορισμούς του οικιακού βίου στη γερμανική επαρχία, ίσως και να ζωντανέψουν τις φαντασιώσεις τους», αλλά κατέληξαν να γίνουν συνεργοί στη γενοκτονία των Εβραίων. Αυτές οι εργαζόμενες, που δεν εγκατέλειψαν το πόστο τους ακόμη «κι όταν μύριζαν παντού το αίμα», αλλά με απολύτως ήσυχη τη συνείδησή τους συμμετείχαν στη μεγαλύτερη βαρβαρότητα της σύγχρονης ιστορίας, ήταν, αλίμονο, τρομακτικά φυσιολογικές. Δεν είχαν σαδιστικές ή διαστροφικές τάσεις, δεν ήταν «τέρατα». Ήταν απλές γυναίκες, που παρότι ανίκανες να κρίνουν, ιδιοποιήθηκαν το δικαίωμα να αποφασίζουν για τη ζωή και τον θάνατο των άλλων. Γυναίκες-παραδείγματα της ολοκληρωτικής χειραγώγησης, που περνάει μέσα από τον δόλιο, σταδιακό δηλητηριασμό της σκέψης, για να οδηγήσει στη σκανδαλώδη εκμηδένιση της ζωής.

Ιnfo

Τζέιν Τάιν, «Μαύρα ρόδα», μυθιστόρημα, εκδ. Simon & Schuster

Μέικε Ζίαρβογκελ, «Μάγκντα», μυθιστόρημα, εκδ. Turnaround Publisher Services

Γουέντι Λόουερ, «Οι ερινύες του Χίτλερ, Γερμανίδες στα ναζιστικά πεδία θανάτου», μελέτη, εκδ. Chatto & Windus

*Από την εφημερίδα «Καθημερινή» – Hμερομηνία δημοσίευσης: 20-10-2013