Από τα περιοδικά Orgone Energy Bulletin, Vol. 4, No 4, October 1952 and Core VII, Nos 3-4 December 1955.
Αφαίρεση ΝΤΟΡ και Νεφοδιάλυση
Προκαταρκτική έκθεση
Τα «σύννεφα ΝΤΟΡ»
Κατέστη πλέον δυνατόν να εφαρμόσουμε την αρχή του οργονομικού δυναμικού στη διάλυση και το σχηματισμό των νεφών. Η τεχνική εφαρμογή του οργονομικού δυναμικού[1] επιβλήθηκε στο Ινστιτούτο μας κατά τη διάρκεια της επείγουσας κατάστασης που συντάραξε το Όργονον από περίπου την 21η Μαρτίου 1952 μέχρι σήμερα, το Σεπτέμβριο του 1952. Ήταν θέμα επιβίωσης στην περιοχή μας να βρούμε τρόπο να αφαιρέσουμε τα «σύννεφα ΝΤΟΡ», όπως ονομάσαμε τις αηδιαστικές συγκεντρώσεις της ΝΤΟΡ πάνω από το οργονον.
Θα ήθελα κατ’ αρχάς να εξηγήσω τι είναι αυτά τα σύννεφα ΝΤΟΡ, πώς φαίνονται, τι κάνουν και τι μπορούμε να κάνουμε σχετικά με αυτά. Τα σύννεφα ΝΤΟΡ παρατηρήθηκαν και κατανοήθηκαν για πρώτη φορά στις αρχές Μαΐου 1952. Τα κύρια χαρακτηριστικά αυτών των σύννεφων ΝΤΟΡ, όπως φαίνονται σε διάφορες χρονικές στιγμές πάνω από το Όργονον και έρχονται κυρίως από τα δυτικά, είναι τα εξής:
«Ακινησία» και «Θλίψη»[2]
Μια «ακινησία» και «θλίψη» απλώθηκαν στο τοπίο, μάλλον σαφώς διαγραμμένες από τις γύρω περιοχές που δεν επηρεάστηκαν. Η ακινησία αυτή εκφράζεται ως πραγματική παύση κάθε έκφρασης ζωής στην ατμόσφαιρα. Τα πουλιά σταματούν να κελαηδούν· τα βατράχια σταματούν να κοάζουν. Δεν υπάρχει πουθενά ήχος ζωής. Τα πουλιά πετούν χαμηλά ή κρύβονται στα δέντρα. Τα ζώα έρπουν πάνω στο έδαφος με πολύ μειωμένη κινητικότητα. Τα φύλλα στα δέντρα και οι βελόνες των πεύκων και ελάτων δείχνουν πολύ «λυπημένα»· κρέμονται, χάνουν τη σφριγηλότητα και την όρθια στάση τους. Κάθε ίχνος λάμψης ή στιλπνότητας εξαφανίζεται από τις λίμνες και τον αέρα. Τα δέντρα δείχνουν μαύρα, σαν να πεθαίνουν. Η εντύπωση που αποκομίζουμε είναι πραγματικά μιας μαυρίλας, ή καλύτερα μιας θλίψης. Δεν πρόκειται για κάτι που «εισήχθηκε στο τοπίο». Μάλλον η στιλπνότητα της Ζωής εφυγε από το τοπίο.
Η εξαφάνιση της στιλπνότητας και της λάμψης
Η εξαφάνιση της στιλπνότητας και της λάμψης από το ηλιόλουστο τοπίο έχει επιβεβαιωθεί ανεξάρτητα από αρκετούς παρατηρητές που μεγάλωσαν σε αγροκτήματα. Τα δέντρα, τα βράχια, οι τηλεγραφικοί στύλοι, οι πλαγιές των βουνών και τα σπίτια φαίνονται «μαύρα» παρόλο που δεν πρόκειται πραγματικά για μαυρίλα. Είναι μάλλον κάτι σαν απουσία φωτός. Για τον οργονομικό παρατηρητή, φαίνεται να είναι το αποτέλεσμα μιας εξασθένισης ή αποδυνάμωσης του υποστρώματος της ενέργειας ΟΡ που συνήθως φωταυγεί μέσα στο λαμπρό φως της ημέρας, με λάμψη και στιλπνότητα. Θα έπρεπε να επισημάνουμε με προσοχή ότι τα σύννεφα ΝΤΟΡ φαίνονται καθώς ο ήλιος λάμπει. Το πράσινο χρώμα των δέντρων και των λιβαδιών εξαφανίζεται από τις οροσειρές των βουνών. Τα πάντα μαυρίζουν ή γίνονται «μουντά». Δεν μπορεί κανείς παρά να νιώσει ότι πρόκειται για θανατο, «θλιβερο θανατο» όπως το αποκαλούν μερικοί. Αυτή η θλιβερή μαυρίλα αιωρείται ιδιαίτερα πάνω από τοπία χωρίς καθόλου βλάστηση και πάνω από βαλτώδεις περιοχές. Οι βάλτοι έχουν ιδιαίτερη σχέση με τα φαινόμενα ΝΤΟΡ. Οι βάλτοι είναι βασικά συγκεντρώσεις στάσιμου νερού και προωθούν τις διεργασίες σήψης, είναι δε αντίθετοι με ένα χείμαρρο ή ποτάμι φρέσκου νερού που εξουδετερώνει την αποσύνθεση. Διακρίνονται από την απουσία, ή αντίστοιχα την παρουσία οργονοτικού μεταβολισμού. Στο χώρο αυτό τα πάντα είναι ανεξερεύνητα και χρήζουν προσεκτικής διερεύνησης. Απλώς ανοίγουμε για πρώτη φορά το μονοπάτι προκειμένου να έχουμε έναν πρώτο γενικό προσανατολισμό.
Μπορούμε να αντιληφθούμε την έλλειψη στιλπνότητας με βάση κάποια μείωση του οργονοτικού παλμού και μεταβολισμού στα φυτά και στα ζώα. Αυτό φαίνεται να επιβεβαιώνεται από το γεγονός ότι στις επιφάνειας των λιμνών ο οργονοτικός παλμός επίσης παύει· το νερό γίνεται ήρεμο και ακίνητο.
Ένα σύννεφο ΝΤΟΡ συνήθως περιβάλλεται από κανονική δραστηριότητα ατμοσφαιρικής ΟΡ, όπως γαλαζωπότητα στις οροσειρές των βουνών, λάμψη στην ηλιόλουστη ατμόσφαιρα, πρασινάδα στα δέντρα. Αναπόφευκτα νιώθει κανείς ότι η φυσική κοσμική ενέργεια ΟΡ αποτραβιέται μακριά από το «κακό», «θλιβερό», «μαύρο», «άψυχο» σύννεφο ΝΤΟΡ και το αφήνει να περάσει. Παρατηρήσεις που έγιναν τη νύχτα δείχνουν φωτοβόλα ΟΡ να περιβάλλει και να πολεμά τα χωρίς στιλπνότητα σύννεφα ΝΤΟΡ. Κατά τη διάρκεια της ημέρας τα βουνά φαίνονται μαύρα ενώ χάνουν το συνηθισμένο γκριζογάλαζο χρώμα της οργονικής ενέργειας. Η συγκινησιακή εντύπωση είναι κι εδώ «λύπη». Το χρώμα των οροσειρών των βουνών είναι τώρα κάπως «λερωμένο», ή μαυριδερό με μοβ χροιά. Μετά το πέρασμα του σύννεφου ΝΤΟΡ, η έντονη γκριζογάλαζη «αχλύς» επιστρέφει. Μάθαμε να αναγνωρίζουμε ακριβώς πότε η φυσιολογική δραστηριότητα ΟΡ αντικαθιστά ξανά την αηδιαστική μαυρίλα της ΝΤΟΡ.
Η βιοενεργειακή καταπόνηση των ανθρώπων
Οι άνθρωποι αντιδρούν στα σύννεφα ΝΤΟΡ με μάλλον σοβαρή καταπόνηση. Πολλοί δεν γνωρίζουν ή δεν μπορούν να εξηγήσουν τι τους συνέβη. Το ονομάζουν «ζέστη», ή «κάτι σαν ατομική σκόνη» ή απλώς «κακό αέρα». Μερικοί είναι βιολογικά αναίσθητοι σε βαθμό που σαστίζει τον οργονομιστή. Υπάρχουν άλλοι που γνωρίζουν τη θανατηφόρα ποιότητα αυτών των σύννεφων, όχι διανοητικά, αλλά μάλλον με την Πρώτη, Οργονοτική τους Αίσθηση. «Κάτι τρέχει με την ατμόσφαιρα» τους ακούς να λένε, ή «Κάπου συμβαίνει κάτι», μια έκφραση που εκφράζει επίγνωση μαζί και υποψία. «Δεν μπορώ να αναπνεύσω» ή «Μου έρχεται σαν τούβλο στο κεφάλι όταν μπαίνω το πρωί στο μαγαζί μου» κ.λπ. Σε μερικές περιπτώσεις πρέπει κανείς να επιμένει ρωτώντας την ίδια ερώτηση ξανά και ξανά μέχρι η απάντηση να ανασυρθεί στην επιφάνεια από τα βάθη ενός φοβισμένου ή σαστισμένου μυαλού: «Ναι, αν θέλεις να ξέρεις, το νιώθω μερικές φορές σαν κάτι να με στενεύει στο πρόσωπο, σαν ένας τοίχος, αλλά δεν μπορώ πραγματικά να το νιώσω· και τότε μου έρχεται εκείνος ο φριχτός πονοκέφαλος» ή «Τα ιγμόρειά μου είναι χάλια…» κ.λπ., κ.λπ.
Αν δεν είναι εντελώς νεκροί συγκινησιακά, δηλαδή αν δεν είναι πολύ πιο κάτω από το φυσιολογικό επίπεδο ενεργειακής λειτουργικότητας, οι άνθρωποι έχουν συνήθως και επίγνωση των «αλλαγών στον καιρό», στη βλάστηση και στη «γενική αίσθηση» των πραγμάτων. Στις αρχές της άνοιξης, στα μέσα Απριλίου 1952, τα μπουμπούκια ξεπρόβαλλαν στην περιοχή του Ρέιντζλι. Οι άνθρωποι δεν τολμούσαν να παραδεχθούν αυτό το εκπληκτικό γεγονός, αφού τα μπουμπούκια δεν αναμένονται πριν το τέλος Μαΐου. Συχνά ήταν τα σχόλια στις αρχές Ιουνίου για τα περίεργα «μαύρα» σύννεφα που έρχονταν από τα δυτικά και για άγνωστους λόγους παρέμεναν «κολλημένα» πάνω από το Όργονον. Επίσης, αμέσως παραδέχονταν και γενικά εκτιμούσαν την οργιώδη βλάστηση.
Αντιδράσεις του μετρητή Γκάιγκερ
Αξίζει να δώσουμε ιδιαίτερη προσοχή στις αντιδράσεις του μετρητή Γκάιγκερ προς τα σύννεφα ΝΤΟΡ. Στο σημείο αυτό, μόνο μερικά βασικά φαινόμενα θα πρέπει να αναφερθούν:
Κατά το πέρασμα σύννεφων ΝΤΟΡ πάνω από μια ορισμένη περιοχή, ο μετρητής ΓΜ αντιδρά με περίεργο, ασυνήθιστο τρόπο. Όταν οι αντιδράσεις αυτές παρατηρήθηκαν για πρώτη φορά κατά τη διάρκεια των αρχών της άνοιξης του 1951, απορρίφθηκαν ως «μόνο» ή «τίποτα παρά» πρόβλημα με τις μπαταρίες. Από τότε, μάθαμε να σεβόμαστε αυτά τα «προβλήματα» και να διαβάζουμε το νόημά τους σε βαθμό που να μας βοηθά να σχηματίσουμε αξιόπιστες γνώμες σχετικά με τις συνθήκες της ατμοσφαιρικής ΟΡ πριν, κατά τη διάρκεια και μετά το πέρασμα σύννεφων ΝΤΟΡ. Συστήνεται να διακρίνονται οι «διαταραχές» του μετρητή ΓΜ ως εξής:
Α. «ΕΜΠΛΟΚΗ» (Jamming): Ο φορητός μετρητής ΓΜ (SU-5 της Tracerlab) «τρελαίνεται» φτάνοντας το όριο των 100.000 ααλ[3] ή 20 mr/h.
Β. «ΕΞΑΣΘΕΝΕΙ» (Failing) ή «ΣΒΗΝΕΙ» (Fading): Οι αριθμήσεις πέφτουν ξανά ταχύτατα μέχρι να κατρακυλήσουν κάτω από τον φυσιολογικό αριθμό υπόβαθρου που είναι 30-40 ααλ. Η βελόνα παραμένει στις 5 ή 10 ααλ ή δείχνει το Μηδέν όταν είναι αναμμένη η κλίμακα των 100 ααλ. Αυτό θα συμβεί σε μια πάρα πολύ υψηλά φορτισμένη ατμόσφαιρα.
Γ. Η «ΕΜΠΛΟΚΗ» και το «ΣΒΗΣΙΜΟ» μπορούν να συμβούν το καθένα ξεχωριστά σε πολύ υψηλή ατμόσφαιρα ΟΡ. Μερικές φορές το σβήσιμο προηγείται της εμπλοκής. Επίσης, μάλλον συχνά, θα δει κανείς τον ΓΜ να είναι σε φυσιολογική αντίδραση υπόβαθρου στις 30 με 50 ααλ και μετά από ένα με δύο λεπτά να αρχίζει να δουλεύει τρελά προς υψηλότερες και ίσως τις πιο υψηλές αριθμήσεις, οι οποίες θα προξενούσαν συναγερμό σε κάθε ατομικό εργοστάσιο. Οι λεπτομέρειες αυτών των λειτουργιών παραμένουν άγνωστες. Θα ήταν όμως λογικό να υποθέσουμε ότι το Σβήσιμο, η Εμπλοκή και η Τρελή λειτουργία είναι όλα παραλλαγές μίας και μόνο διαταραχής: της υπερφορτισησ της λυχνίας του μετρητή ΓΜ. Επαναλαμβάνω: Ο δείκτης δεν κινείται καθόλου: εξασθενηση. Μπορεί να εξασθενήσει μετά από μια αρχική φυσιολογική μέτρηση: σβησιμο. Μπορεί να τρέξει σε αφύσικα υψηλές τιμές: τρελαινεται, ακαριαία ή μετά από σύντομη περίοδο φυσιολογικής αντίδρασης. Μπορεί να τρελαθεί φτάνοντας την υψηλότερη δυνατή τιμή και ακόμα παραπέρα και μετά να κολλήσει εκεί, πέφτοντας ή όχι στη συνέχεια, δηλαδή εμπλοκη.
Οι διακρίσεις αυτές φυσικά μπορεί αργότερα να διορθωθούν ή να ερμηνευτούν με περαιτέρω λεπτομέρειες.
Δ. Ο «ΑΝΩΜΑΛΟΣ» (Erratic) μετρητής ΓΜ: Κατά τη διέλευση σύννεφων ΝΤΟΡ, μπορεί κανείς ακόμα να παρατηρήσει ένα είδος συμπεριφοράς του φορητού ΓΜ, που αν χρησιμοποιούσαμε ψυχολογικούς όρους θα λέγαμε ότι ο ΓΜ γίνεται «νευρικός» και δεν μπορεί να αποφασίσει αν θα πρέπει να δουλέψει τρελά, να σβήσει ή να πάθει εμπλοκή. Σε αυτές τις περιπτώσεις βλέπει κανείς τη βελόνα να ξεκινά με τις συνηθισμένες μετρήσεις των 30 με 40 ααλ· μετά τρελαίνεται φτάνοντας στις 500 ααλ, πέφτει στη συνέχεια αργά στις 100 και ακόμα παρακάτω στις 70, όπως όταν σβήνει, για να αρχίσει ξανά να τρελαίνεται μέχρι τις 10.000 ή ακόμα και τις 30.000 ααλ. Τελικά ακολουθείται από ακόμα υψηλότερες «ανώμαλες» ταλαντώσεις πάνω κάτω μεταξύ 10.000 και 100.000· μπορεί να καταλήξει σε εμπλοκή ή πλήρες σβήσιμο.
Αυτές οι λίγες διακρίσεις στην άτακτη συμπεριφορά του φορητού μετρητή ΓΜ είναι αρκετές για την ώρα. Θα έπρεπε πάντως να επισημάνουμε ότι μετρητές ΓΜ που είναι τυλιγμένοι σε πλαστικό υλικό είναι πιθανότερο να παρουσιάσουν μόνο σβήσιμο ή εξασθένιση· αυτό, κρίνοντας από μία μόνο παρατήρηση ενός μετρητή ΓΜ με πλαστικό κάλυμμα, οφείλεται στο γεγονός ότι το πλαστικό υλικό απορροφά ΟΡ αχόρταγα, χωρίς να αντανακλά ενέργεια ΟΡ. Η παρατήρηση αυτή χρειάζεται περαιτέρω επεξεργασία και επιβεβαίωση.
Στην αρχή, κατά τον Μάρτιο και τον Απρίλιο 1952, είχαμε την εντύπωση ότι τα σύννεφα ΝΤΟΡ που έρχονταν από τη δύση προέρχονταν από ατομικές δοκιμές στις δυτικές Ηνωμένες Πολιτείες. Ωστόσο αργότερα εξακριβώθηκε ότι δεν υπήρξαν ατομικές δοκιμές στις ΗΠΑ τον Μάρτιο του 1952. Έτσι η προέλευση των σύννεφων ΝΤΟΡ παραμένει ακόμα και σήμερα μυστήριο. Το ξεκίνημα της καταστροφής στο Όργονον αμέσως μετά που ένας κυκλώνας χτύπησε τη Δύση στις 21 Μαρτίου 1952, επικέντρωσε την προσοχή μας στην πιθανότητα να ασχολούμαστε με κάποια πολύ ασαφή κοσμικά φαινόμενα.
Η επείγουσα κατάσταση ΝΤΟΡ στο Όργονον χειροτέρεψε γρήγορα κατά τον Απρίλιο. Η συγκινησιακή και σωματική καταπόνηση έγινε αφόρητη και ήταν τώρα θέμα επιβίωσης να αφαιρέσουμε τις μαύρες συγκεντρώσεις ΝΤΟΡ που αιωρούνταν ακόμα πιο συχνά πάνω από το Όργονον. Μας έσωσε μια αφανής, από παλιά ξεχασμένη παρατήρηση:
Πολύ παλιά το 1940, όταν είχαμε δει για πρώτη φορά την ατμοσφαιρική ενέργεια ΟΡ στη λίμνη Μουζλουκμέγκουντικ στην περιοχή του Ρέιντζλι μέσα από μακριές μεταλλικές σωλήνες, η τυχαία σκόπευση μερικών σωλήνων προς την επιφάνεια της λίμνης φαινόταν να επηρεάζει την κίνηση των κυμάτων. Αυτό φάνηκε εντελώς απίστευτο εκείνη την πρώιμη εποχή στην έρευνα της ΟΡ· το θέμα εγκαταλείφθηκε και γρήγορα ξεχάστηκε. Ωστόσο, η απίστευτη επίδραση των μεταλλικών σωλήνων πάνω στην ενεργειακή κίνηση όπως αυτή των κυμάτων, φαινόταν να παραμένει στο μυαλό μου στη διάρκεια αυτών των δέκα περίπου χρόνων. Όταν η ταλαιπωρία από τη ΝΤΟΡ έγινε αφόρητη στο Όργονον στα τέλη Απριλίου, κατηύθυνα μερικές μεταλλικές σωλήνες μήκους 3 με 4 μέτρα και διαμέτρου 1,5 ίντσας [περίπου 4 εκ.] προς τις μαύρες συγκεντρώσεις της ΝΤΟΡ που βρίσκονταν πάνω από το κεφάλι μας, αφού τις συνέδεσα μέσω εύκαμπτων σωλήνων βχ με ένα βαθύ πηγάδι.
Το αποτέλεσμα ήταν ακαριαίο: Τα μαύρα σύννεφα ΝΤΟΡ άρχισαν να συρρικνώνονται. Και όταν σκόπευσα τις σωλήνες ενάντια στη ροή της ενέργειας ΟΡ, δηλαδή προς τη δύση, ξεκινούσε μια αύρα με κατεύθυνση από τη δύση προς την ανατολή μετά από μερικά λεπτά «τραβήγματος» όπως καταλήξαμε να αποκαλούμε την όλη επιχείρηση· εκεί που πριν από λίγο βρίσκονταν τα αηδιαστικά σύννεφα ΝΤΟΡ, τώρα ερχόταν φρέσκια, γκριζογάλαζη ενέργεια ΟΡ. Σύντομα μάθαμε ότι και τα σύννεφα της βροχής μπορούσαν επίσης να επηρεαστούν, να αυξηθούν και να ελαττωθούν ακόμα και να μετακινηθούν, λειτουργώντας αυτές τις σωλήνες με ορισμένους καλά καθορισμένους τρόπους.
Από τις πρώτες διστακτικές απόπειρες να τερματίσουμε την επείγουσα κατάσταση στο Όργονον άρχισαν στους επόμενους μήνες να αναπτύσσονται με επιτυχία πιο συστηματικά πειράματα για τη δημιουργία και καταστροφή σύννεφων, καθώς και για την πρόκληση και το σταμάτημα της βροχής, έως ότου τελικά κατασκευάστηκαν οι πρώτες δύο μονάδες «ΝΕΦΟΔΙΑΛΥΤΗ» της ΜΚΟ, στο Πόρτλαντ του Μέιν, τον Σεπτέμβριο και Οκτώβριο του 1952, για πιο προχωρημένες επιχειρήσεις ΜΚΟ.
Στις επόμενες σελίδες θα παρουσιαστούν μόνο οι βασικές αρχές της «ΝΕΦΟΔΙΑΛΥΣΗΣ». Η λεπτομερής παρουσίαση των τεχνικών της πλευρών θα ακολουθήσει σε κάποιο μελλοντικό ευρύτερο πλαίσιο πάνω στη Μηχανική της Κοσμικής Οργόνης (ΜΚΟ).
Οι αρχές της «νεφοδιάλυσης»
Νεφοδιάλυση
Ο όρος «νεφοδιάλυση», όπως χρησιμοποιείται στην παρούσα εργασία, σημαίνει κάθε μηχανική τεχνική που ασχολείται με την καταστροφή αλλά και το σχηματισμό νεφών υδρατμών στην ατμόσφαιρα και συγκεντρώσεων οργονικής ενέργειας κάθε είδους, συμπεριλαμβανομένης και της βαρύτητας· με λίγα λόγια, με όλα τα φαινόμενα που σχετίζονται ή προέρχονται από τις ατμοσφαιρικές αλλαγές του κλίματος συμπεριλαμβανομένων των καιρικών συνθηκών, της υγρασίας, του ποσού βροχόπτωσης ανά μονάδα χρόνου, των καταιγίδων, των κυκλώνων, των «σύννεφων ΝΤΟΡ», των λειτουργιών Όρανουρ στην ατμόσφαιρα, των κάθε είδους μεταβολών της ατμοσφαιρικής ΟΡ ενέργειας, της προέλευσης των ερήμων και άλλων περιοχών πράσινης βλάστησης και κάθε παρόμοιας λειτουργίας που εξαρτάται από την παρουσία ή την απουσία, την έλλειψη ή την πληθώρα ενέργειας ΟΡ, οξυγόνου, υδρατμών, βροχής, ήλιου και ανέμου και των αλληλεπιδράσεών τους.
Η τεχνολογική χρήση του «οργονομικού δυναμικού»
Το «οργονομικό δυναμικό» σημαίνει όλες τις λειτουργίες της φύσης που εξαρτώνται από τη ροή της κοσμικής ενέργειας, ή το δυναμικό, από τα χαμηλά προς τα υψηλά ή από τα αδύναμα προς τα δυνατά συστήματα. Έτσι το οργονομικό δυναμικό αποτελεί τη βάση του μηχανικού δυναμικού, της θερμότητας, της ηλεκτρομαγνητικής ενέργειας, του μηχανικού δυναμικού της θέσης κ.λπ., και λειτουργεί αντίστροφα από αυτά. Το οργονομικό δυναμικό εκφράζεται σαφέστερα στη διατήρηση, εκ μέρους των περισσότερων ζώων αυτού του πλανήτη, θερμοκρασίας μεγαλύτερης από το περιβάλλον και στη λειτουργία της βαρυτικής έλξης. Και στις δύο περιπτώσεις, το ισχυρότερο ενεργειακό σύστημα τραβά ενέργεια από ένα γειτονικό ασθενέστερο σύστημα ή το έλκει· και στις δύο περιπτώσεις το δυναμικό κατευθύνεται από το χαμηλό προς το υψηλό, ή από το ασθενές προς το ισχυρό. Προφανώς η βαρύτητα λειτουργεί πάνω σε αυτή τη βάση.
Η τεχνική της νεφοδιάλυσης βασίζεται σε πολύ μεγάλο βαθμό, αν όχι ολοκληρωτικά, στην τεχνολογική χρήση του οργονομικού δυναμικού όπως αυτό διέπει τις λειτουργίες της ενέργειας ΟΡ στην ατμόσφαιρα.
Η τεχνολογική χρήση του οργονομικού δυναμικού μπορεί να διαιρεθεί βασικά σε δύο κύριες ομάδες:
Α. ΑΥΞΗΣΗ του δυναμικού ΟΡ:
Στην περίπτωση αυτή συμπυκνώνουμε την ενέργεια ΟΡ και χτίζουμε ένα πιο απότομο ή ισχυρότερο δυναμικό ΟΡ. Κάτι τέτοιο θα έχει εντελώς διαφορετικές συνέπειες από την
Β. ΜΕΙΩΣΗ του δυναμικού ΟΡ:
Στην περίπτωση αυτή διασκορπίζουμε ή διαλύουμε την ενέργεια ΟΡ· χαμηλώνουμε τη διαφορά δυναμικού και δημιουργούμε μια τάση λίγο πολύ προς ισοκατανομή της ενέργειας ΟΡ στο κάλυμμα ατμοσφαιρικής ΟΡ ενέργειας του πλανήτη. Ενεργούμε προς την κατεύθυνση του μηχανικού δυναμικού.
Ιδωμένα από τη σκοπιά της οργονομίας, τα σύννεφα βροχής, τα σύννεφα καταιγίδας, οι κυκλώνες και οι ανεμοστρόβιλοι είναι διαφορετικές εκφράσεις βασικά μιας και μόνης λειτουργίας, δηλαδή πρόκειται για συνδυασμούς συμπυκνωμένων ρευμάτων ΟΡ ενέργειας και υδρατμών. Πολλές ατμοσφαιρικές συνθήκες εξαρτώνται από την ένταση, τη διεύθυνση, την τοποθεσία και τις παρόμοιες συνθήκες που σχετίζονται με το συνδυασμό νερού και ΟΡ ενέργειας (Η2Ο ΟΡ)· οι περισσότερες από αυτές τις συνθήκες δεν έχουν ακόμα μελετηθεί με λεπτομέρειες και ούτε υπάρχει λογική κατανόησή τους.
Ωστόσο οι δύο βασικές αρχές της νεφοδιάλυσης, η αύξηση και η μείωση του δυναμικού ΟΡ, αρκούν προς το παρόν για να κάνουν κατανοητή την τεχνολογική τους χρήση.
Αν θέλουμε να καταστρέψουμε σύννεφα πρέπει να χρησιμοποιήσουμε το οργονομικό δυναμικό με τρόπο ώστε να μειώνεται το δυναμικό.
Αν θέλουμε να δημιουργήσουμε σύννεφα ή να αυξήσουμε την ισχύ των υπαρχόντων σύννεφων, πρέπει να χρησιμοποιήσουμε το δυναμικό ΟΡ με τέτοιο τρόπο ώστε να αυξηθεί η διαφορά δυναμικού μεταξύ των σύννεφων και του άμεσου περιβάλλοντός τους.
Για να εκτελέσουμε αυτές τις δύο βασικές αρχές με ικανοποιητικό τρόπο, πρέπει λογικά να κατασκευάσουμε και να χρησιμοποιήσουμε μια συσκευή που είναι ικανή να προσθέτει ενέργεια ΟΡ στο κάλυμμα της ατμοσφαιρικής ΟΡ ενέργειας· ή πρέπει να κατασκευάσουμε μια συσκευή που θα τραβα ενεργεια από το ΟΡ καλυμμα με τρόπο ώστε η επηρεασμένη περιοχή να χάνει ορισμένο ποσό ενέργειας που να πηγαίνει σε άλλες περιοχές, μεταβάλλοντας έτσι τις συγκεντρώσεις της ατμοσφαιρικής ενέργειας.
Εφόσον επί του παρόντος δεν είναι ακόμη δυνατόν να προσθέτουμε ενέργεια στην ατμόσφαιρα, πρέπει να χρησιμοποιήσουμε την άλλη αρχή, της απόσυρσης ενέργειας από την ατμόσφαιρα.
Απόσυρση ατμοσφαιρικής ενέργειας ΟΡ
Για να αποσύρουμε ατμοσφαιρική ενέργεια ΟΡ, πρέπει να πετύχουμε δύο πράγματα: α) πρέπει να χρησιμοποιήσουμε μια συσκευή που τραβά ενέργεια ΟΡ· β) πρέπει να γνωρίζουμε σε ποιο σημείο πρέπει να καταλήξει αυτή την ενέργεια που τραβάμε.
Αυτό επιτυγχάνεται αλλάζοντας βασικά την αρχή της λειτουργικότητας του αλεξικεραυνου:
Το αλεξικέραυνο λειτουργεί κι αυτό σύμφωνα με τις αρχές της ενέργειας ΟΡ, εφόσον η «αστραπή» είναι μια εκφόρτιση ατμοσφαιρικής ενέργειας ΟΡ σε πολύ στενό χώρο. Το αιχμηρή ράβδος που αναρτάται ώστε να εισχωρεί στην ατμόσφαιρα, έλκει την εκφόρτιση της αστραπής και την άγει μέσω χονδρών καλωδίων στο χώμα. Αυτό το σύστημα του αλεξικέραυνου λειτουργεί σύμφωνα με οργονομικές και όχι σύμφωνα με ηλεκτρικές αρχές: Στο σύστημα του αλεξικέραυνου, η ατμοσφαιρική φόρτιση τραβιέται από την ατμόσφαιρα προς την άκρη της ράβδου και περαιτέρω προς το φλοιό της Γης. Επομένως, και πάλι αυτό που λειτουργεί στην περίπτωση του συστήματος του αλεξικέραυνου είναι το οργονομικό δυναμικό από το αδύνατο προς το δυνατό. Αν στο σύστημα του αλεξικέραυνου λειτουργούσε το ηλεκτρικό δυναμικό, η κατεύθυνση της ροής θα ήταν αναγκαστικά αντίστροφη, από το φλοιό της Γης προς την ατμόσφαιρα· η ενέργεια θα αναδυόταν από την άκρη του αλεξικέραυνου, απομακρυνόμενη.
Η νεφοδιάλυση λειτουργεί σύμφωνα με τη λειτουργικότητα του αλεξικέραυνου μόνο αν θέσουμε και τις δύο λειτουργίες, τη νεφοδιάλυση και το αλεξικέραυνο, στην ίδια κοινή λειτουργική βάση του δυναμικού ΟΡ.
Η νεφοδιάλυση παρεκκλίνει της αρχής του αλεξικέραυνου με τέσσερις τρόπους: (1) Ο σκοπός της δεν είναι να τραβήξει και να γειώσει τις λάμψεις της αστραπής, αλλά να τραβήξει τα φορτία της ΟΡ ενέργειας μακριά από την ατμόσφαιρα και τα σύννεφα. Κάνοντάς το, δουλεύει με το ίδιο είδος δύναμης όπως εκείνο της αστραπής, αλλά με μια σημαντική διαφορά: Ο νεφοδιαλυτής τραβάει τα φορτία αργά, σε μικρές ποσότητες την κάθε φορά και διασκορπισμένα, όπως συμβαίνει, τόσο στο χρόνο όσο και σε συμπύκνωση, και όχι με τη μορφή ξαφνικών αστραπών. Το κάνει αυτό με (2) μακριές, κοίλες σωλήνες και όχι με συμπαγείς ατσάλινες ράβδους.
Οι σωλήνες, δεν έχει σημασία το πλήθος ή το μήκος αρκεί να είναι μεγαλύτερες από ένα ελάχιστο μήκος 4 μέτρων ή 10 ποδών, έχουν ως λειτουργία (3) την πυροδότηση της ροής της ατμοσφαιρικής ΟΡ ενέργειας προς ορισμένες διευθύνσεις. Η λειτουργία των σωλήνων εκπληρώνεται με την πυροδότηση της κατευθυντήριας ροής. Από τη στιγμή που κατευθύνουμε κατά βούληση τη ροή της ενέργειας ΟΡ, αυτή συνεχίζει να ρέει προς την ίδια κατεύθυνση μέχρι που να την αλλάξει ξανά κάποιο άλλο φυσικό ή τεχνητό ερέθισμα. Η πρόθεση του αλεξικέραυνου από την άλλη μεριά δεν είναι να κατευθύνει τη ροή της ενέργειας ΟΡ. Λειτουργεί απλώς ως αγωγός προς το έδαφος σε περιπτωση που κατευθυνθεί προς το μέρος του κάποια εκφόρτιση συμπυκνωμένης ενέργειας ΟΡ, όπως η αστραπή.
(4) Τα φορτία ΟΡ τραβιούνται (όχι μέσα στο έδαφος αλλά) στο νερο, κατά προτίμηση στο τρεχούμενο νερό ρυακιών, λιμνών με ροή και ποταμών. Τραβάμε μέσα στο νερό επειδή η έλξη είναι μεγαλύτερη μεταξύ νερού και ενέργειας ΟΡ παρά μεταξύ άλλων στοιχείων και ενέργειας ΟΡ. Το νερό όχι μόνο έλκει την ΟΡ ταχύτατα αλλά και την κρατάει, ιδιαίτερα στα σύννεφα. Έτσι έχουμε την εξής εικόνα για τη διεργασία της νεφοδιάλυσης:
Το σχέδιο αυτό παριστά μόνο την αρχή της καταστροφής σύννεφων. Δεν αρκεί για να βοηθήσει κάποιον τεχνικό να καταστρέψει κάθε είδος σύννεφου που υπάρχει. Κάτι τέτοιο παραμένει έργο μελλοντικού πειραματισμού της κοσμικής μηχανικής, που θα λυθεί με πολλούς τρόπους, σε διάφορες περιοχές του πλανήτη, με διάφορα μοντέλα νεφοδιαλυτών (διάφορα ως προς τον αριθμό, το μήκος και τη διάμετρο των σωλήνων, την κατεύθυνση του τραβήγματος, το μέγεθος των νεφών, την ωριμότητα της πείρας μας κ.λπ.). Η αρχή όμως μπορεί να χαρακτηριστεί βασικά ως ολοκληρωμένη:
Διαλύουμε σύννεφα υδρατμών αποσύροντας, σύμφωνα με το οργονομικό δυναμικό, ατμοσφαιρική (κοσμική) ενέργεια ΟΡ από το κέντρο του σύννεφου. Αυτό εξασθενεί τη συνεκτική δύναμη του σύννεφου: Θα υπάρχει ΛΙΓΟΤΕΡΗ ενέργεια για να συγκρατήσει τους υδρατμούς και τότε τα σύννεφα διαλύονται κατ’ ανάγκη. ΤΟ ΟΡΓΟΝΟΜΙΚΟ ΔΥΝΑΜΙΚΟ ΜΕΤΑΞΥ ΣΥΝΝΕΦΟΥ ΚΑΙ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΜΕΙΩΝΕΤΑΙ.
Η δημιουργία νεφών
Η αρχή που χρησιμοποιείται στη δημιουργία σύννεφων είναι η ίδια με εκείνη της καταστροφής σύννεφων: το οργονομικό δυναμικό από το χαμηλό στο υψηλό. Ωστόσο, ενώ κατά την καταστροφή των σύννεφων αποσύρουμε ενέργεια από το ίδιο το σύννεφο, αν θελουμε να μεγεθύνουμε τα υπαρχοντα συννεφα και να προχωρησουμε στη δημιουργια βροχησ πρεπει να τραβηξουμε ενεργεια από την κοντινη γυρω περιοχη του συννεφου. Το σχέδιο που ακολουθεί απεικονίζει τη διαδικασία.
Το τεχνολογικό πείραμα υποστηρίζει τη θεωρητική υπόθεση: Τα σύννεφα διαλύονται όταν σκοπεύουμε τους σωλήνες του νεφοδιαλυτή στο κέντρο και μεγαλώνουν όταν σκοπεύουμε στη γύρω περιοχή του δίχως σύννεφα ουρανού.
Μπορεί κάποιος να δημιουργήσει σύννεφα σε έναν ξάστερο ουρανό με έναν ορισμένο τρόπο, διαταράσσοντας την ομοιομορφία της κατανομής της ατμοσφαιρικής ενέργειας ΟΡ· έτσι λοιπόν μπορούν να εμφανιστούν σύννεφα αν τραβήξει κάποιος ενέργεια από τον αέρα. Όσο περισσότερα σύννεφα υπάρχουν και όσο πιο βαριά είναι, τόσο πιο εύκολο είναι να προκληθεί η αύξηση των σύννεφων και τελικά η βροχή. Όσο λιγότερα τα σύννεφα τόσο πιο δύσκολο είναι και τόσο περισσότερος χρόνος χρειάζεται μέχρι να αποδώσουν τα σύννεφα το νερό που περιέχουν. Στην πράξη υπάρχει μεγάλη διαφορά μεταξύ δημιουργίας βροχής σε συννεφιασμένο απ’ ό,τι σε ξάστερο ουρανό.
Όποιες κι αν είναι οι παραλλαγές, η αρχή παραμένει η ίδια όπως περιγράφηκε: Το τράβηγμα από ένα υπάρχον σύννεφο καταστρέφει το σύννεφο. Το τράβηγμα από τη γειτονική περιοχή του το κάνει να μεγαλώνει.
Χρειάζεται να σταματήσουμε σ’ αυτό το σημείο. Στη νεφοδιάλυση που κάναμε στο Ρέινζτλι του Μέιν παρατηρήθηκαν ισχυρές αντιδράσεις σε μακρινές περιοχές (Βοστόνη). Η επιρροή αυτή σε απομακρυσμένες περιοχές οφείλεται στη συνέχεια του καλύμματος της ΟΡ, αλλά για τις λεπτομέρειες θα χρειαστεί να γίνει εκτενής και προσεκτική μελέτη. Πάντα ήμαστε προσεκτικοί να μην το παρακάνουμε με τη νεφοδιάλυση, διότι έχουν παρατηρηθεί αναμφισβήτητοι ανεμοστρόβιλοι και ταχείες μεταβολές του ανέμου. Επίσης, σε μία περίσταση, εμφανίστηκε μετά από λανθασμένους χειρισμούς καταρρακτώδης και παρατεταμένη βροχή.
Η νεφοδιάλυση ως έργο της Μηχανικής της κοσμικής ΟΡ θα υπερβεί κατά πολύ τις εγκαταστάσεις και τις δυνατότητες οποιουδήποτε μεμονωμένου ινστιτούτου, ακόμα και πολιτείας ή χώρας. Η νεφοδιάλυση είναι μια πραγματικά διεθνής υπόθεση που δεν λαμβάνει υπόψη της εθνικά σύνορα. Δεν υπάρχουν ούτε έλεγχοι διαβατηρίων ούτε τελωνειακοί στον ουρανό όπου δημιουργούνται τα καιρικά φαινόμενα. Αυτό είναι καλό και είναι κατά πως πρέπει στη Μηχανική της Κοσμικής ΟΡ.
ΓΙΑ ΝΑ ΑΠΟΦΕΥΧΘΕΙ ΤΟ ΧΑΟΣ, ΟΙ ΝΟΜΙΚΕΣ ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΤΗΣ ΝΕΦΟΔΙΑΛΥΣΗΣ ΕΙΝΑΙ «ΕΚ ΤΩΝ ΩΝ ΟΥΚ ΑΝΕΥ».
Η συγκινησιακή έρημος
Εισαγωγή
Κάθε προσπάθεια διατύπωσης ιατρικών και ψυχιατρικών λειτουργιών με φυσικό επιστημονικό τρόπο πρέπει να βασίζει την κρίση της σε αξιόπιστα κριτήρια. Μια τέτοια δήλωση θα ακουγόταν πολύ τετριμμένη πριν από μισό αιώνα. Ωστόσο, με τα ευεργετικά αποτελέσματα αυτού που λέμε εκδημοκράτιση της επιστήμης και της ιατρικής, ήρθε και μια ανεπίτρεπτη κατάχρηση της καθαρής μεθόδου στη σκέψη και στο πείραμα. Στο χώρο της ψυχιατρικής, αναπτύχθηκαν δύο αντίθετες κατευθύνσεις από την παλιά διχοτόμηση μεταξύ «νοήματος» και «ενεργειακών λειτουργιών» μιας αρρώστιας. Πολλοί ψυχολόγοι και ψυχοθεραπευτές δεν δείχνουν να καταλαβαίνουν ότι μια «γνώμη» ή μια «ιδέα» για ένα σύμπτωμα ή εικόνα ασθένειας δεν αποτελεί επιστημονική δήλωση. Το «επιστημονική» εδώ δεν έχει καμία σχέση με τον όποιο εγωκεντρικό σχολαστικισμό. Σημαίνει ενοποίηση των διαφόρων κριτηρίων προκειμένου να διασφαλιστεί η κρίση μας από σφάλματα και από ανεξέλεγκτη γνωμάτευση. Θα θέλαμε —χρησιμοποιώντας την εξέλιξη της ανάλυσης του χαρακτήρα από το 1924 έως το 1955 ως επαρκές παράδειγμα τέτοιου είδους κρίσης— να συνοψίσουμε σύντομα μερικά από τα ουσιώδη κριτήρια της καλής κρίσης. Κάτι τέτοιο είναι αναγκαίο, εφόσον οι τελικές αλλαγές στην ιατρική θα είναι αρκετά ριζικές.
Η πρώτη προϋπόθεση είναι ο πλήρης προσανατολισμός σχετικά με τον χώρο τον οποίο διερευνάμε. Ένας αεροπόρος πρέπει καταρχάς να γνωρίζει αν το σκάφος που πιλοτάρει είναι μονοκινητήριο ή τζετ. Ένας χημικός, αν ισχυρίζεται ότι τον διακρίνει «επιστημονικότητα», πρέπει να γνωρίζει ότι ο χώρος του είναι περιορισμένος στην ανάλυση νεκρής ύλης. Εντέλει θα έκανε λάθος και θα προξενούσε μεγάλη καταστροφή αν, ενώ βρισκόταν σε θέση εξουσίας, έκανε την καθόλου σοφή ενέργεια να κρίνει ψυχιατρικά θέματα που αφορούν στους ψυχασθενείς. Στο παρόν βιβλίο, η κόκκινη γραμμή της έρευνάς μας δεν προσανατολίζεται στις απόψεις σχετικά με την αρρώστια, αλλά αποκλειστικά στις ενεργειακές λειτουργίες. Οι πρώτες διστακτικές προσπάθειες να κατανοήσουμε τον «χαρακτήρα» ενός ατόμου ήταν μεθοδικά σαφείς ως προς την ηθική προσέγγιση. Αφήνοντας κατά μέρος την ηθική κρίση σχετικά με το τι θεωρείται «καλό» ή «κακό», αντικαταστάθηκε ο προσανατολισμός μας με ένα εντελώς διαφορετικό μέτρο: τις ενεργειακές λειτουργίες που δραστηριοποιούνται μέσα στον οργανισμό υπό οποιεσδήποτε συνθήκες. Οι παραλλαγές αυτών των ενεργειακών λειτουργιών, η οικονομία της ενεργειακής φόρτισης και εκφόρτισης, η «ενεργειακή ισορροπία» και το παθολογικό «νοικοκυριό της ενέργειας» επικεντρώθηκαν στην υπόθεση ότι υπάρχει μια συγκεκριμένη βιολογική ενέργεια, η Ενέργεια της Ζωής. Υποτέθηκε αρχικά ότι η ενέργεια αυτή διέπει τόσο τις λειτουργίες του σώματος όσο και του μυαλού, με την αρχή κοινής λειτουργικότητας του βιοενεργειακού πυρήνα του οργανισμού. Προσεγγίζοντας την αρρώστια με τον λειτουργικό αυτό νεωτερισμό, ξεφύγαμε από τους μοιραίους γκρεμούς τόσο της άκαμπτης μηχανιστικής σκέψης όσο και από τις μυστικιστικές, απλώς ψυχολογικές, αβάσιμες ιδέες για το τι είναι υγιές και τι όχι. Έτσι ο «χαρακτήρας» έγινε ένας όρος της βιο-ενεργειακής. Συνίστατο από τον σωματικό, τον μηχανικό καθώς και τον χώρο των ιδεών. Το δε «συγκινησιακό» έπαψε πλέον να είναι κάτι «ψυχικό». Είναι η κίνηση ενεργειακών δυναμικών μέσα στον οργανισμό. Η «λίμναση της λίμπιντο», που πάντα θεωρείτο το ανατομικό-φυσιολογικό στοιχείο της ψυχασθένειας, άρχισε όλο και περισσότερο να σημαίνει μπαγιάτικη, ακινητοποιημένη ενέργεια. Η τεχνική της ανάλυσης του χαρακτήρα στόχευε βασικά στην κινητοποίηση της μπαγιάτικης ενέργειας που περιεχόταν στη θωράκιση, στο «μεσαίο στρώμα» της δομής του χαρακτήρα. Όλη την προσπάθεια για ίαση την κυβερνούσε η «αρχή απόσυρσης της ενέργειας». Αποσύροντας (τραβώντας) ενέργεια από τα συμπτώματα της ασθένειας, στην αρχή μόνο από τα ψυχικά, μπορούμε να πετύχουμε επίλυση των ιδεών που συνιστούν την ψυχαναγκαστική ιδέα ή τη φοβική δομή. «Απόσυρση ενέργειας» σήμαινε απώλεια ενέργειας από κάποιο μέρος, αλλά σήμαινε επίσης και αύξηση του ενεργειακού επιπέδου σε άλλα σημεία ή λειτουργίες του ζωντανού οργανισμού. Όσο πιο αποτελεσματική η απόσυρση ενέργειας από τις ακαμψίες, τις μυϊκές θωρακίσεις, τα συμπτώματα, τόσο πιο ζωντανός και κινητικός γίνεται ο οργανισμός, μέχρι που αναδύεται το «άγχος επαφής» —στη γενετήσια σφαίρα «άγχος οργασμού»— το οποίο αποτελεί το τελευταίο βασικό εμπόδιο στην εγκαθίδρυση ισορροπίας στο νοικοκυριό της ενέργειας του οργανισμού.
Η αρχή της απόσυρσης ενέργειας με τον νεφοδιαλυτή (1952)
Η αρχή της «απόσυρσης ενέργειας» εδραιώθηκε για πρώτη φορά γύρω στα 1924, αντικαθιστώντας σιγά σιγά τη μέθοδο εξάλειψης των συμπτωμάτων με τη βοήθεια του συνειρμού. Το 1952, 28 χρόνια αργότερα, κατά τη μεγάλη επείγουσα κατάσταση της ΝΤΟΡ στο Όργονον, μερικές από τις παλιές οικείες λειτουργίες της ανάλυσης του χαρακτήρα —εντελώς απροσδόκητα αλλά λογικά— αποδείχθηκε ότι πατούν σε στερεό έδαφος. Για περισσότερο από δύο χρόνια όσο διαρκούσε το πείραμα Όρανουρ, που ξεκίνησε τον Ιανουάριο του 1951, η επιβίωσή μας στο Όργονον βασίστηκε στην «απομάκρυνση των σύννεφων ΝΤΟΡ», που μαζεύτηκαν και αιωρούνταν πάνω από το Όργονον, αποστραγγίζοντάς τα μέσα σε ένα πηγάδι ή σε μια λίμνη. Συναντήσαμε ξανά την αρχή της απόσυρσης ενέργειας, αυτή τη φορά όχι στο βιοενεργειακό χώρο αλλά στο χώρο της άβιας φύσης.
Αναγνωρίσαμε γρήγορα ότι η ενέργεια ΝΤΟΡ ήταν ακινητοποιημένη ή παγιδευμένη ατμοσφαιρική Ενέργεια της Ζωής. Στις αρχές του 1952, αρκετά άτομα στο Όργονον παρατήρησαν την ύπαρξη διεγερμένης φυσικής, γαλάζιας ενέργειας ΟΡ η οποία περιέβαλλε τα μαυριδερά, αηδιαστικά, καταθλιπτικά σύννεφα ΝΤΟΡ. Ήταν φανερό ότι, με κάποιον τρόπο, η ανεπηρέαστη ενέργεια ΟΡ διεγειρόταν υπερβολικά από την παρουσία των σύννεφων ΝΤΟΡ. Φαινόταν επίσης να περικυκλώνει τη θανατηφόρα ΝΤΟΡ.
Όταν στοχεύαμε σωλήνες που κατέληγαν μέσα σε ένα πηγάδι ή λίμνη, (βλέπε «Αφαίρεση ΝΤΟΡ και Νεφοδιάλυση», ΟΕΒ 1952) προς ένα σύννεφο ΝΤΟΡ, αυτό άρχιζε σιγά σιγά να συρρικνώνεται από την περιφέρεια προς το κέντρο, και το κανονικό γαλάζιο χρώμα επεκτεινόταν συνεχώς προς τον προηγούμενα μαυριδερό χώρο ώσπου τα σύννεφα της ΝΤΟΡ εξαφανίζονταν τελείως. Τότε πια, η υψηλή διέγερση της γαλάζιας ενέργειας ΟΡ φαινόταν να κατασιγάζει. Τα συμπτώματα της ναυτίας και πίεσης στον παρατηρητή, εξαφανίζονταν επίσης.
Η παρατήρηση συμφωνούσε με το γεγονός ότι κατά την αντίδραση Όρανουρ αυτό που έστελνε το μετρητή Γκάιγκερ στα ύψη, στις 100.000 αριθμήσεις και παραπάνω ανά λεπτό, ήταν η περιβάλλουσα ατμοσφαιρική ενέργεια, και όχι το πυρηνικό υλικό.
Και στις δύο περιπτώσεις, η φυσική, καλά λειτουργούσα Ενέργεια της Ζωής αντιδρούσε στην παρουσία της ακινητοποιημένης, μπαγιάτικης, θανατηφόρας Ενέργειας της Ζωής με οξεία διέγερση. Ωστόσο, η ακινητοποιημένη ενέργεια δεν είναι αδρανής ενέργεια. Όταν πεθαίνει ένας οργανισμός, δηλαδή όταν παύει να λειτουργεί ως ενοποιημένη μονάδα, αρχίζει να αποσυντίθεται, δηλαδή χάνει το ενεργειακό του επίπεδο. Το ενεργειακό σύστημα αποσυντίθεται σε μικρότερες λειτουργικές μονάδες και φτάνει ως τα βακτήρια σήψης και τελικά στους βακίλους-Τ.
Αυτή η στασιμοποίηση της δραστηριότητας που παρουσιάζει η ακινητοποιημένη ενεργειακή μονάδα είναι ο παράγοντας που ερεθίζει το κύριο ενεργειακό σύστημα που λειτουργεί ομαλά. Η πρώτη ανταπόκριση απ’ τη μεριά του συνολικού οργανισμού σ’ αυτού του τύπου τον ερεθισμό είναι αυτό που είμαστε αναγκασμένοι, με την ευρεία έννοια, να αποκαλέσουμε απολυματοποιηση[1] του αρρωστημένου τμήματος. Εδώ «αρρώστια» σημαίνει τον αποκλεισμό ή απομόνωση του νοσούντος τμήματος από το ενοποιημένο σύνολο. Η απολυματοποίηση είναι το ορατό αποτέλεσμα αυτής της βασικής απομόνωσης του αρρωστημένου τμήματος ή οργάνου.
ΟΡ εναντίον ΝΤΟΡ στην ιατρική παθολογία
Ας συνοψίσουμε τώρα μερικά τυπικά παραδείγματα από την ιατρική παθολογία που γνωρίζουμε καλά, τα οποία αποδεικνύουν την απολυματοποίηση της αρρώστιας από το τμήμα του συνόλου που λειτουργεί ομαλά:
Η αύξηση της θερμοκρασίας σε μολυσματικές ασθένειες είναι η άμεση έκφραση μιας διέγερσης του οργονοτικού ενεργειακού συστήματος, η δραστηριοποίησή του να απολυματοποιήσει σε υψηλότερο επίπεδο λειτουργικότητας.
Η τοπική φλόγωση είναι βασικά το ίδιο είδος διαδικασίας, άσχετα με το είδος του ερεθίσματος που προκαλεί τον ερεθισμό: η εισαγωγή μιας ακίδας, μια οξεία τοπική μόλυνση, οποιουδήποτε είδους μηχανικός τραυματισμός κ.λπ. Γνωρίζουμε ότι ο αντιδραστικός πυρετός είναι σημάδι της ζωικής δύναμης που πολεμά την ασθένεια. Ο λειτουργικός πυρετός είναι κι αυτός αντίδραση της οργανισμικής ενέργειας της ζωής σε μια διαταραχή της ακεραιότητάς της.
Υπάρχουν δύο καλά γνωστές οριακές καταστάσεις που δεν μπορούμε να υπερβούμε χωρίς να θανατωθεί ο οργανισμός: η μία είναι η υπερβολική διέγερση πέραν ενός ορισμένου μετρήσιμου επιπέδου θερμοκρασίας, το οποίο ποικίλλει με τα είδη, και η άλλη είναι μια υπερβολικά ασθενής αντίδραση που επιτρέπει στον εισβολέα να διαδώσει τα δηλητηριώδη αποτελέσματά του έως τον τελικό θάνατο του συνόλου. Στην πρώτη περίπτωση ο οργανισμός πεθαίνει από την ίδια του την υπερβολική αντίδραση. Στη δεύτερη, πεθαίνει από τη συντριπτική δράση των νοσηρών παραγόντων, είτε αυτοί εμφανίζονται με τη μορφή της σήψης, είτε της γάγγραινα, είτε της διάδοσης καρκίνου (cancerosis), είτε παρομοίων διεργασιών. Ο κοινός παρανομαστής είναι η αποτυχημένη απολυματοποίηση, που καταλήγει στη συνέχεια σε διάλυση της ενότητας των οργάνων.
Η λειτουργία της ίασης φαίνεται επομένως να εξαρτάται εντελώς από την ισορροπία που θα επικρατήσει στη μάχη μεταξύ νοσηρού εισβολέα και της αντιδρώσας απολυματοποίησης. Αν η απολυματοποίηση είναι υπερβολική —με άλλα λόγια αν χρησιμοποιηθούν όλα τα ενεργειακά αποθέματα του οργανισμού για την καταπολέμηση του εισβολέα— θα αποστραγγίσει τον οργανισμό από ενέργεια που του είναι απαραίτητη για ιδία χρήση. Αν η απολυματοποίηση είναι πολύ αδύναμη, πολύ λίγη ή ανεπαρκής, θα επιτρέψει στον εισβολέα να ακινητοποιήσει τον οργανισμό, τμήμα προς τμήμα. Θα δούμε αργότερα πώς αυτή η λειτουργικότητα εφαρμόζεται στη μάχη ενάντια στη Συγκινησιακή Πανούκλα.
Στη διεργασία της φλόγωσης τα λευκά αιμοσφαίρια πολλαπλασιάζονται ταχύτατα και ξεχύνονται στην αρρωστημένη περιοχή, περιβάλλοντας και διαποτίζοντας εντελώς το απολυματοποιημένο τμήμα. Στη διεργασία της ανοσίας ο οργανισμός έχει προειδοποιηθεί από μια ήπια επίθεση —που δεν αποτελεί ακόμα κίνδυνο— της πραγματικής φύσης του εισβολέα. Η Ενέργεια της Ζωής έχει «συνηθίσει» και έχει «εξοικειωθεί» με τον κίνδυνο. Στην περίπτωση επανειλημμένων επιθέσεων θα γνωρίζει πολύ καλύτερα πώς να απολυματοποιήσει τον εισβολέα.
Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις και σε πολλές άλλες παρόμοιας φύσης ο ζωντανός οργανισμός διαιωνίζει τη συνολικότητα και ενοποίηση των οργάνων, αποκλείοντας το διαχωρισμένο τμήμα που δεν ήταν αρκετά δυνατό ή είχε την ατυχία να υποκύψει στα πρώτα στάδια προς τον θάνατο. Ο θάνατος περιορίζεται στην αρχή τοπικά, αλλά είναι πάντα δυνητικά ικανός να κατευθυνθεί και να καταστρέψει ολόκληρο τον οργανισμό.
Μπορούμε εύλογα να υποθέσουμε ότι όπου η ασθένεια πλήττει ένα όργανο πριν πλήξει ολόκληρο τον οργανισμό, το αντίστοιχο τμήμα της ενέργειας ΟΡ έχει μεταβληθεί σε ένα ποσό ακινητοποιημένης, παγιδευμένης ενέργειας. Έχει δηλαδή δημιουργηθεί μια τρύπα στην ενότητα, στην ολότητα του οργανισμού. Το οίδημα που τόσο τυπικά συνοδεύει τη διόγκωση του ήπατος, ένα πρησμένο δόντι, ένας καρκινικός όγκος στο στομάχι ή ακόμα και το ελαφρό πρήξιμο που ακολουθεί την υπερβολική κατανάλωση αλκοόλ, εκφράζει παραστατικά και δείχνει ξεκάθαρα την ακινητοποίηση της ενέργειας της ζωής στο αρρωστημένο μέρος. Το οίδημα προκαλείται από την παύση της κυκλοφορίας υγρών. Η παύση αυτή είναι άμεσο αποτέλεσμα της ακινητοποίησης της κινητήριας δύναμης, της οργανισμικής οργονικής ενέργειας.[2] Έτσι η κίνηση της Ενέργειας της Ζωής στον οργανισμό εμφανίζεται ως ο κοινός παρανομαστής της μηχανικής κίνησης οργάνων και υγρών, της ενοποίησης των οργάνων στη λειτουργική ολότητα που αποκαλούμε οργανισμό.
Θα κάνουμε τώρα ένα περαιτέρω βήμα στην ενδιαφέρουσα αυτή περιοχή της λειτουργικής ιατρικής. Πρέπει να ρωτήσουμε πώς φαίνεται στα μάτια μας η ακινητοποιημένη ενέργεια της ζωής —που ονομάζεται ΝΤΟΡ— όταν εξετάζουμε άμεσα έναν άρρωστο οργανισμό, και όχι από την επίδραση που έχουν λειτουργίες όπως η φλόγωση ή η ανοσοποίηση ή το οίδημα. Αυτές είναι δευτερογενείς εκδηλώσεις. Πρέπει να υπάρχουν και πρωτογενείς.
Καταρχήν ας διακρίνουμε τη ΝΤΟΡ που είναι μια δίχως μάζα ενεργειακή μορφή παγιδευμένης Ενέργειας της Ζωής από την ΜΕΛΑΝΟΡ που είναι υλική, ουσιαστική μορφή της ακινητοποιημένης ενέργειας της ζωής.
Για να καταλάβουμε γνωστά φαινόμενα που βλέπουμε στο μικροσκόπιο και στην κλινική μας εξέταση, με βάση αυτές της λειτουργίες της πρωτογενούς ζωής, πρέπει να θυμηθούμε αυτά που ήδη γνωρίζουμε για τη ΜΕΛΑΝΟΡ και τη ΝΤΟΡ από την ατμοσφαιρική έρευνα της ενέργειας ΟΡ.
Η λειτουργική συσχέτιση της ατμόσφαιρας και του οργανισμού είναι προφανής. Ο ζωντανός οργανισμός βασίζεται στην ατμόσφαιρα για να λάβει οξυγόνο, υδρατμούς, νερό και για την αποβολή του διοξειδίου του άνθρακα. Βασίζεται πρώτα απ’ όλα στην παρουσία της Ενέργειας της Ζωής (το πρόβλημα της ζωής στην έρημο ξεχωρίζει). Τέλος, τα βασικά συστατικά της ζωής καθώς και της ατμόσφαιρας είναι τα ίδια, και αυτό πρέπει να το τονίζουμε συνεχώς: Ο, Η, C και Ν. Υπάρχουν επομένως ελάχιστοι δισταγμοί να συνδέσουμε τους ζωντανούς οργανισμούς με την ατμόσφαιρα και την εξωτερική κρούστα της γης πολύ πιο στενά απ’ ό,τι έχει κάνει έως τώρα η ιατρική που διαθέτει μόνο χημικό προσανατολισμό.
Πρέπει να αποδώσουμε τον κρίσιμο ρόλο για τη διατήρηση της ζωής στην ελεύθερα κινούμενη, παλλόμενη και φωταυγούσα Ενέργεια της Ζωής, που βρίσκεται τόσο μέσα στον οργανισμό όσο και στη φύση έξω απ’ αυτόν. Το νερό και η βροχή στην έρημο είναι άχρηστα εκτός κι αν υπάρχει ενεργή ενέργεια ΟΡ που θα κάνει το χώμα να απορροφήσει και να συγκρατήσει τα υγρά· όπως το νερό και το οξυγόνο είναι άχρηστα σε έναν οργανισμό που έχει χάσει την ενέργεια ΟΡ μέσω ενός εξασθενημένου δυναμικού ενέργειας ΟΡ, που έχει εξασθενήσει τόσο ώστε να καθιστά αδύνατη τη συγκράτηση νερού και το μεταβολισμό Ο2—CΟ2. Έτσι η λειτουργική άποψη υπερσκελίζει τη μηχανική άποψη της ιατρικής, απλά και μόνο λόγω παρατήρησης.
Η απολυματοποίηση της ΝΤΟΡ στην έμβια και άβια φύση
Δεν μας προκαλεί έκπληξη να μάθουμε ότι η ίδια αρχή απολυματοποίησης του εισβολέα που διαταράσσει την ακεραιότητα του οργανισμού ισχύει και στην άβια φύση, στο σχηματισμό «ξηρών ανεμοστρόβιλων», ανεμοστρόβιλων και παρόμοιων διαταραχών της ατμόσφαιρας. Τα σύννεφα ΝΤΟΡ περικυκλώνονται από υπερβολικά διεγερμένη ενέργεια ΟΡ. Όταν τραβάμε φρέσκια ενέργεια ΟΡ από τα δυτικά ή τα νοτιοδυτικά, αναπτύσσονται περιδινούμενα ρεύματα αέρα, παρόμοια με τους «ξηρούς ανεμοστρόβιλους»[3] που εμφανίζονται στην έρημο και σε περιοχές που εξελίσσονται σε έρημο. Η ατμοσφαιρική αντίδραση του Γκάιγκερ μπορεί να φτάσει τις 100.000 ή και περισσότερες αριθμήσεις ανά λεπτό, πράγμα που αποτελεί βέβαιο σημάδι διέγερσης της ατμοσφαιρικής ενέργειας. Είναι λες και η ατμόσφαιρα έχει πυρετό. Αναπτύσσονται ισχυροί άνεμοι συνήθως με τη μορφή ξαφνικών ριπών, που σπρώχνουν μπροστά τους μαυριδερά σύννεφα που μοιάζουν ρυπαρά. Οι ανεμοστρόβιλοι αυτοί ξεσηκώνουν σκόνη. Από αυτό προέρχεται και ο αγγλικός όρος dust [=σκόνη] devil [=σίφουνας]. Το φαινόμενο όμως αυτό δεν έχει μεγάλη σχέση με τη «σκόνη». Είναι η αντίδραση της διεγερμένης ατμοσφαιρικής ενέργειας προς τη θανατηφόρα, μπαγιάτικη ΝΤΟΡ που σκοτώνει τη ζωή. Ο στρόβιλος μπορεί να εξελιχθεί σε πραγματική αμμοθύελλα ή σε κανονικό ανεμοστρόβιλο. Οι λόγοι στους οποίους οφείλονται οι διαφορετικές συνέπειες στην ένταση και τη μορφή είναι ακόμα ασαφείς. Αλλά η κοινή αρχή είναι σαφής: απολυματοποίηση και εξάλειψη του μπαγιάτικου εισβολέα σε ένα ακέραιο σύστημα. Δεν έχει καμία σημασία αν ο εισβολέας έρχεται εκ των έξω ή έχει γίνει ξένο σώμα μέσω σήψης ή μέσω διαχωρισμού από την ολότητα του συστήματος.
Θα ήταν πολύ επικίνδυνο στο σημείο αυτό να εξάγουμε το συμπέρασμα ότι οποιοδήποτε «διαταρακτικό» στοιχείο στις κοινωνικές υποθέσεις θα έπρεπε «νομοτελειακά» να απολυματοποιείται και να εξοστρακίζεται. Ακόμα υποφέρουμε από την άσχημη παρερμήνευση της αρχής του Δαρβίνου σχετικά με την «μάχη για την επιβίωση» που χρησιμοποιήθηκε ως βιολογική δικαιολογία της θηρευτικής κοινωνικής συμπεριφοράς. Ωστόσο, είναι σαφές ότι αυτό που εννοούμε εδώ με «εισβολέας» δεν είναι παρά ένα αρνητικό για τη ζωή, θανατηφόρο στοιχείο που απειλεί την ασφαλή ύπαρξη ολόκληρου του οργανισμού. Η εμφάνιση των αναπαραγωγικών κυττάρων δεν είναι αρνητική προς τη ζωή, παρόλο που αυτά τα κύτταρα είναι όντως εισβολείς κατά την εφηβεία, διαταράσσοντας την ειρήνη και την ησυχία του σπιτιού ή της κοινότητας, αν δεν θεωρήσουν την εμφάνισή τους ως εξέλιξη καίριας σημασίας.
Είναι βασικό χαρακτηριστικό των θετικών προς τη ζωή λειτουργιών που αναπτύσσονται εκ νέου μέσα σε έναν καλά ισορροπημένο οργανισμό, το ότι ενοποιούνται οργανικά μέσα στο συνολικό οργανισμό. Αυτό ισχύει κατά την εμβρυϊκή εξέλιξη όπου η ενοποιητική οργονική λειτουργία του οργανισμού συγκρατεί την ενότητά του με την αλληλουχία και ευρύτητα των γεγονότων τα οποία εκτελούνται με τακτικό και λειτουργικά νομοτελειακό τρόπο. Οποιοδήποτε κατάλοιπο στη φάση αυτή θα δημιουργήσει ένα τέρας που θα καταστρέψει τις ενοποιητικές ικανότητες του οργανισμού και είτε θα απολυματοποιηθεί είτε θα καταστρέψει ολόκληρο το βιολογικό περιβάλλον, συμπεριλαμβανομένου και του μητρικού οργανισμού. Ένα παράδειγμα είναι ο καρκίνος. Στην ασθένεια του Raynaud[4] η πρώτη φάλαγγα ενός δείκτη σιγά σιγά πεθαίνει· μαυρίζει λόγω Μέλανορ, η οποία είναι νεκρή ενέργεια ΟΡ, και είτε θα απολυματοποιηθεί και θα πέσει ή θα καταστρέψει το υπόλοιπο του χεριού και του βραχίονα, μέσω μιας εξαπλούμενης γάγγραινας. Ο γαγγραινώδης ιστός είναι μαύρος και πράσινος λόγω της ανάπτυξης Μέλανορ και βακίλων-Τ. Πολλά ερωτήματα παραμένουν αναπάντητα. Αλλά το βασικό σκιαγράφημα είναι σαφώς διαγραμμένο.
Στην κατηγορία αυτή ανήκουν η μομμιοποίηση[5] της νεκρής ύλης, η εμφάνιση μαύρης Μέλανορ σε δέντρα που πεθαίνουν, η μούχλα, η Μέλανορ στη σίκαλη και στο σιτάρι και άλλα.
Τα λειτουργικά προβλήματα που αναδύονται απ’ αυτές τις ταυτίσεις ομαδοποιούνται γύρω από το γεγονός ότι η Μέλανορ και ο Ορίτης είναι λειτουργίες που βρίσκονται στη ρίζα της ζωής. Θεωρείται καλό να μην προχωρήσουμε περισσότερο σ’ αυτά τα προβλήματα στο σημείο αυτό, για να αποφύγουμε πιθανολογίες και για να περιμένουμε τα αποτελέσματα της προσεκτικής παρατήρησης και του πειραματισμού στον αρχέγονο χώρο του Ζώντος. Σ’ αυτά συμπεριλαμβάνονται και τα βιόντα, οι βάκιλοι-Τ, οι λειτουργίες της δίχως μάζας ενέργειας ΟΡ, οι διεργασίες στο χώμα και στην ανάπτυξη των ερήμων και η απευθείας δουλειά με τη Μέλανορ, τον Ορίτη, την Ορίνη και την ατμοσφαιρική ενέργεια.
Ας επιστρέψουμε όμως σε πιο ασφαλές έδαφος.
Η χαρακτηρολογική θωράκιση είναι απολυματοποιημένη ενέργεια ΝΤΟΡ
Εξελίξεις που κράτησαν δεκαετίες, όπως αποδεικνύεται από την κόκκινη γραμμή που συνδέει τις πρώτες διατυπώσεις σχετικά με τη θωράκιση του χαρακτήρα που έγιναν πριν από τριάντα χρόνια και τα προβλήματα της ανάπτυξης ερήμων, είναι από μόνες τους απόδειξη της ισχύος της μεθόδου που χρησιμοποιείται σ’ αυτή την εξέλιξη. Δεν μπορεί να υπάρξει καμία εξέλιξη της συνεπούς σκέψης παρά μόνο όταν η μέθοδος έρευνας είναι ασφαλής.
Ο όρος «θωράκιση» ήδη περιλαμβάνει τη φυσιολογική, ενεργειακή άποψη. Η θωράκιση δεν είναι ούτε ψυχολογικό ούτε στατικό, αλλά δυναμικό μπλοκάρισμα. Η Ενέργεια της Ζωής μπλοκάρεται, δηλαδή εμποδίζεται η κίνησή της μέσα στο χώρο της θωράκισης. Αυτός που κάνει το μπλοκάρισμα είναι ο συνολικός οργανισμός με την ενέργεια που εξακολουθεί να κινείται. Ας γεμίσουμε τώρα τα κενά αυτής της εικόνας της δομής του χαρακτήρα με βάση τις νεότερες και βαθύτερες ενοράσεις.
Αρχίζουμε λοιπόν σιγά σιγά να φτάνουμε σε στέρεο έδαφος στα βάθη του οργανισμού, πέρα από τους περιορισμούς των μηχανικών αλλά και των ψυχολογικών λειτουργιών, στον ανταγωνισμό των ενεργειακών λειτουργιών της ζωής καθαυτών· στην αντίφαση μεταξύ μιας εντελώς λειτουργικής και μιας παγιδευμένης ή ακινητοποιημένης ενέργειας της ζωής. Ας δώσουμε μια απεικόνιση με το λειτουργικό αφαιρετικό μας σχήμα
Το αφαιρετικό αυτό σχήμα δεν είναι τίποτα παραπάνω από μια οπτική, εύχρηστη παρουσίαση μιας υπερβολικά περίπλοκης πραγματικότητας· δεν λέει τίποτα χωρίς την πραγματικότητα που αποτελείται από αναρίθμητες κινητές, συνεχώς μεταβαλλόμενες λειτουργίες. Από την άπειρη ποικιλία λειτουργιών που βρίσκονται στη βάση της ζωής μπορούμε να αποκρυσταλλώσουμε, ανάμεσα σ’ άλλα, μια καίριας σημασίας αρχή που διαποτίζει τα πάντα: την προτεραιότητα των λειτουργιών της ΕΖ (Ενέργειας της Ζωής) στις αλληλοσυσχετίσεις της οργανικής χημείας, στο μεταβολισμό του νερού και του οξυγόνου, στην αναπνοή και τον ενεργειακό μεταβολισμό, συμπεριλαμβανομένης και της οργασμικής λειτουργίας.
Οι πρωτογενείς αυτές λειτουργίες ΕΖ (λειτουργίες της Ενέργειας της Ζωής) διαποτίζουν κάθε μέρος του οργανισμού, κάθε κύτταρο, κάθε οργανικό υγρό, το νευρικό σύστημα, ως μια υπερβολικά διεγέρσιμη και ανταποκριτική λειτουργία. Το άμεσο μηχανικό της εργαλείο είναι το αυτόνομο νευρικό σύστημα, το οποίο για μερικούς ιστολόγους και φυσιολόγους αντιπροσωπεύει ένα «συγκύτιο»,[6] με άλλα λόγια ένα δίκτυο νεύρων χωρίς τερματικές απολήξεις. Οι οργονομικές παρατηρήσεις αυτόνομων ινών σε σκώληκες προσθέτουν τη συσταλτή, παλμική φύση του αυτόνομου και ίσως όλων των νεύρων. Του συγκυτιακού, αυτόνομου νευρικού συστήματος προηγείται ένα δίχως νεύρα πρωτόπλασμα, όπως βλέπουμε στο βασίλειο που ανήκει η αμοιβάδα. Και με την οργανωμένη νευρική του φύση αντιπροσωπεύει την αμοιβαδοειδή, πρωτόγονη μορφή ζωής στα πολύπλοκα και εξελιγμένα μεταζωικά συστήματα. Έτσι, με την ενέργεια της ζωής στη δίχως μάζα ενεργειακή της μορφή και στην οργανωμένη δομή των κινητών νεύρων, ενοποιούνται μέσα στους ζωντανούς οργανισμούς οι κατώτεροι και οι ανώτεροι σχηματισμοί της ζωής. Η διόγκωση και η στύση των σεξουαλικών οργάνων κατά τη διαδικασία της διέγερσης διατηρούν και επιδεικνύουν τις πιο πρωτόγονες λειτουργίες της ζωής όπως υπάρχουν και δραστηριοποιούνται ενεργά σε συνδυασμό με τις ανώτερες πνευματικές λειτουργίες.
Ανάμεσα στις βασικές αυτές λειτουργίες της ζωής έχουμε βρει την προστατευτική λειτουργία της απολυματοποίησης των λειτουργιών που είναι αλλότριες προς το σύστημα και δεν μπορούν να αφομοιωθούν. Αυτό ισχύει και στις δύο περιπτώσεις, στην πλήρη λειτουργικότητα, καθώς και στις ακρωτηριασμένες, δευτερογενείς, επείγουσες λειτουργίες της ζωής. Είναι εξίσου αληθινό ότι το βασικό θεμέλιο της απολυματοποίησης του μη αφομοιώσιμου, αλλότριου εισβολέα διέπει τόσο το χώρο της πλήρως λειτουργούσας ζωής όσο και της ακρωτηριασμένης, θωρακισμένης ή με όποιον άλλο τρόπο μειονεκτούσας ζωής, από τα φυτά της ερήμου ως τις υψηλά ανεπτυγμένες κοινωνικές συγκρούσεις.
Είναι πάρα πολύ χαρακτηριστικό της οργονομικής έρευνας και του λειτουργισμού γενικότερα, ότι όποτε συναντώνται βασικές λειτουργίες, αναγκαζόμαστε να αντιμετωπίσουμε γενικεύσεις και απλουστεύσεις όπως οι παρακάτω:
Κατά τον ίδιο τρόπο, η θωρακισμένη ζωή εξασκεί τη δύναμη απολυματοποίησης στην αθωράκιστη ζωή, ακριβώς όπως η αθωράκιστη ζωή εξασκεί τη λειτουργία της απολυματοποίησης σε εισβάλλοντα, μη αφομοιώσιμα ξένα σώματα. Για να δώσουμε ένα γνωστό παράδειγμα από τον κοινωνικό χώρο:
Οι θετικές προς τη ζωή εκδηλώσεις της φυσικής γενετησιότητας στους εφήβους είναι λειτουργίες της αγάπης προς χάριν της αγάπης· στη θωρακισμένη ζωή, που είναι υποταγμένη και διέπεται από τους δευτερογενείς νόμους της συγκινησιακά έρημης ζωής, οι φυσικές αυτές πρωτογενείς εκδηλώσεις της βασικής ζωής είναι «εισβολείς», είναι αλλότριες και επικίνδυνες για την ύπαρξή της. Η θωρακισμένη ζωή ζει μόνο, και μπορεί μόνο να ζήσει, επί τη βάση μιας αυστηρής άρνησης της σωματικής φυσιολογικής αγάπης. Επομένως, οποτεδήποτε και οπουδήποτε η θωρακισμένη ζωή συναντά τη φυσιολογική αγάπη —ιδιαίτερα την πιο εξέχουσα λειτουργία αυτού του χώρου, τη φυσιολογική γενετησιότητα των παιδιών, των εφήβων, των ανδρών και των γυναικών— εξασκεί την πίεση του «κοινωνικού εξοστρακισμού», της αρνητικής, απειλητικής κοινής γνώμης, του διασυρμού, του κουτσομπολιού και της συκοφαντίας ή, ακόμα χειρότερα, των περιοριστικών μέτρων. Η θωρακισμένη ζωή θα προσπαθήσει επομένως να απολυματοποιήσει και να εξαλείψει την απειλή προς τη ζωή της, χρησιμοποιώντας μια αρχέγονη λειτουργία του ζωντανού, υπερασπιζόμενη την οργανισμική της ακεραιότητα και διατήρηση. Η ανάπτυξη των καρκινικών κυττάρων καταστρέφει τη φυσική δομή των φυσιολογικών κυττάρων· η ανάπτυξη του τσόλα[7] και παρόμοιων φυτών στην έρημο καταστρέφει τη φυσική ανάπτυξη δένδρων και φυτών του λιβαδιού· η ανάπτυξη νευρωτικών ιδεωδών και ιδεών καταστρέφει τις φυσικές, αληθινές, πρωτογενείς εκδηλώσεις της ζωής. Η διάδοση των σύννεφων ΝΤΟΡ στην ατμόσφαιρα αντιστρέφει τις διεργασίες της ζωής προς τα κάτω, πίσω προς την απώλεια του νερού, τη μείωση του οξυγόνου, προς την αφυδάτωση και τη χημική αναγωγή των έμβιων υλών γενικότερα.
Εν συντομία, η ΟΡ και η ΝΤΟΡ αποκλείονται αμοιβαία, μολονότι και οι δύο χρησιμοποιούν την αρχή της απολυματοποίησης για τη διατήρηση της ύπαρξής τους.
Εφόσον, λοιπόν, κάθε κοινωνική ζωή τις τελευταίες χιλιετίες, για πολύ εύλογες αιτίες, ήταν δευτερογενής τύπος ζωής —θωρακισμένη ζωή που αρνείται την ευτυχία— έχει εξαλείψει, καταστρέψει με την πυρά και το σπαθί, με το διασυρμό και την ταπείνωση κάθε πρωτογενή ζωή που είναι επικίνδυνη για την ύπαρξή της. Κατά κάποιον τρόπο —δεν γνωρίζουμε πώς— ήξερε πολύ καλά ότι θα κατέρρεε και θα έπαυε να υπάρχει αν η πρωτογενής ζωή έμπαινε ξανά στην βιοκοινωνική σκηνή. Ήξερε, με κάποιον τρόπο, ότι η δευτερογενής βλάστηση στην έρημο πεθαίνει όταν επιστρέφει το φυσιολογικά πράσινο χόρτο των λιβαδιών, όταν το χώμα επανακτήσει την ικανότητά του να συγκρατεί ΟΡ και εξ αυτού να συγκρατεί νερό.
Πώς «ήξερε» η θωρακισμένη ζωή τον κίνδυνο που απειλούσε τη συνέχιση της ύπαρξής της; Δεν γνωρίζουμε. Ωστόσο, το ερώτημα είναι παρόμοιας τάξης με το παλιό βιολογικό πρόβλημα: πως «ξέρει» το νεογέννητο να βρίσκει τη θηλή της μητέρας με τόση βεβαιότητα; Πώς «ξέρει» η ζωή όλα τα διάφορα θαυμάσια πράγματα που εκτελεί με τόση ομορφιά;
Πιστεύω ότι το πρόβλημα δεν είναι το πώς «ξέρει» η ζωή, όσο το πώς είναι δυνατόν ο άνθρωπος να έχει τόσο επιτυχημένα αποφύγει να γνωρίζει το πώς λειτουργεί η ζωή. Καθώς προχωράμε προς της κοινές ρίζες μεταβλητών και αντιφατικών εκδηλώσεων της φύσης, τα πράγματα εμφανίζονται απλά, αυτονόητα. Θα έπρεπε κάποιος, επιφανειακά, να μην περιμένει εύκολα η ατμοσφαιρική ενέργεια της ζωής να δρα με τρόπο αντίστοιχο του τρόπου που δρα η δομή του χαρακτήρα. Κι όμως έτσι συμβαίνει.
Στις απαρχές της χαρακτηραναλυτικής έρευνας στη δεκαετία του 1920, η δομή του ανθρώπινου χαρακτήρα παρουσιάστηκε σαν να αποτελείτο από τρία ξεχωριστά στρώματα: το εξωτερικό, κοινωνικά προσαρμοσμένο στρώμα· το μεσαίο στρώμα, που περιείχε όλα τα μπλοκαρίσματα της θωράκισης, τις «απωθημένες παρορμήσεις»· και τον πυρήνα που λειτουργούσε ως το υπερβολικά διεγέρσιμο, ανταποκριτικό και κινητικό αυτόνομο πλασματικό σύστημα της ζωής, που περιλάμβανε το οργανωμένο αυτόνομο νευρικό σύστημα το οποίο φαινόταν να διέπεται μόνο από τις αρχέγονες λειτουργίες της φόρτισης-εκφόρτισης καθώς εξισορροπούσε το ενεργειακό σύστημα.
Σήμερα δεν μας προκαλεί κατάπληξη όταν ανακαλύπτουμε τις αντίστοιχες ανθρώπινες αντιδράσεις προς την ανακάλυψη της Ενέργειας της Ζωής να δρουν επίσης και στην κοινωνική σκηνή. Θα χρησιμοποιήσω ένα παράδειγμα από την προσωπική μου επιστημονική και κοινωνική καριέρα: τα πρώτα δέκα χρόνια, μέχρι περίπου το 1930, χαρακτηρίστηκαν όχι απλώς από πολύ φιλικές σχέσεις με τους συναδέλφους στην ψυχολογία του βάθους· το αρχικό μου έργο στα προβλήματα της γενετησιότητας και της δομής του χαρακτήρα με έφερε σύντομα στο προσκήνιο της ψυχιατρικής πρωτοπορίας. Όπως δείχνουν τα αρχεία, πολλά αναμένονταν από την περαιτέρω έρευνά μου στο χώρο του ανατομικού-φυσιολογικού υπόβαθρου της ψυχικής δομής. Ο κόσμος της ψυχιατρικής φαινόταν μαγεμένος και κατευχαριστημένος. Η στάση αυτή του θαυμασμού για τα επιτεύγματά μου που δημοσιεύτηκαν στον Παρορμητικό χαρακτήρα (1925), τη Λειτουργία του Οργασμού (1927) και τις δημοσιεύσεις μου πάνω στις αντιστάσεις του χαρακτήρα στις αρχές του 1928 αντικαταστάθηκαν σαφώς με φόβο αναμειγμένο με δέος στις αρχές της δεκαετίας του τριάντα, καθώς το έργο μου στη δομή του ανθρώπινου χαρακτήρα με έφερε ακόμα κοντύτερα στην πλήρη αναγνώριση αυτού που σήμερα είναι αυτονόητο παντού: στις αισθήσεις ρευστών μέσα στον οργανισμό σε κάθε μία περίπτωση όπου γινόταν επιτυχημένη διάλυση της θωράκισης, του «μεσαίου στρώματος» της προσωπικότητας. Ήταν προφανές ευθύς εξαρχής σ’ αυτές τις εμπειρίες ότι τα ρευστά ήταν εκδηλώσεις σωματικών, βαθιά ριζωμένων βιοενεργειακών λειτουργιών. Η ανακάλυψη αυτή όχι μόνο έκανε να φανεί άγχος στον μέσο ψυχίατρο, τον εξόργισε σε τέτοιο βαθμό ώστε ήταν ακατανόητο πώς ήταν δυνατόν οι προηγούμενα φιλικοί και ενθουσιώδεις άνδρες και γυναίκες να προσχωρήσουν τόσο ξαφνικά και τόσο μανιωδώς, στο ακριβώς αντίθετο άκρο.
Οι συνέπειες αυτού του βαθιού φόβου και μίσους για την ανακάλυψή μου αυτών που αργότερα ονόμασα «οργονοτικά ρευστά» παρενόχλησε τη ζωή και περαιτέρω εξέλιξή μου για σχεδόν δύο δεκαετίες, από περίπου το 1934 έως το 1954. Οι φήμες για την υποτιθέμενη ψύχωσή μου και το ότι είχα νοσηλευτεί, διαδίδονταν αχαλίνωτα. Άκουγα κάθε λογιών συκοφαντία, από ηθικού έως ιατρικού και από κοινωνικού έως επαγγελματικού είδους. Έμαθα τον εαυτό μου να αγνοεί τις φήμες, τη σιωπηλή κακοήθεια, τα άγχη, κ.λπ. Είχα τη σαφή εντύπωση —όπου οι άμεσοι κίνδυνοι δεν θόλωναν κατευθείαν την όρασή μου— ότι αντιμετώπιζα στους φίλους, συναδέλφους ακόμα και σε μερικούς προηγούμενα ενθουσιώδεις μαθητές μου, τη δομή του χαρακτήρα του μέσου ανθρώπου, με το θωρακισμένο μεσαίο στρώμα του. Ήταν φανερό ότι αυτό το μίσος είχε σκοπό να κάνει αδύνατη τη δουλειά μου, να με σταματήσει με κάθε μέσο ή ακόμα χειρότερα. Όσο μεγαλύτερος ήταν προηγούμενα ο μυστικιστικός θαυμασμός τόσο πιο φρενιτιώδες φαινόταν το μίσος που ακολουθούσε, λες και αυτοί που μισούσαν είχαν αποφασίσει ότι τους είχα απογοητεύσει ή, ακόμα χειρότερα, τους είχα εξαπατήσει στερώντας τους την υπόσχεση μιας παραδεισένια εκπλήρωσης. Το εμπόδιο, φυσικά, ήταν μέσα σ’ εκείνους και όχι μέσα σε μένα. Είχα κάνει ό,τι καλύτερο μπορούσα, απ’ όσο γνώριζα, για να καθοδηγήσω τους παλιούς φίλους στο πλούσιο αλλά επικίνδυνο και ύπουλο μονοπάτι που οδηγεί στα βιοενεργειακά βάθη της ανθρώπινης φύσης. Ο κίνδυνος και η υπουλία φαίνονταν πάντα να προέρχονται από κάτι που ήταν γνωστό σε μένα και στον κλάδο εδώ και πολύ καιρό, το λεγόμενο «προ-οργασμικό άγχος», με άλλα λόγια ο γνωστός φόβος των ακούσιων εμπειριών, ιδιαίτερα κατά τη διάρκεια της κορύφωσης του γενετήσιου εναγκαλισμού. Η οργονομία δεν έχασε ποτέ τη θέα αυτής της καίριας διαταραχής στον θωρακισμένο άνθρωπο. Αντίθετα, η θέα αυτή έχει οξυνθεί με το πέρασμα των δεκαετιών, με την προσεκτική μελέτη της λεγόμενης «δεύτερης» φύσης του ανθρώπου.
Μόνο το 1955, όταν είδα προσωπικά στις νοτιοδυτικές Η.Π.Α. τη δευτερογενή βλάστηση της ερήμου να μαραίνεται κάτω από τη συνεχή αφαίρεση της μπαγιάτικης ενέργειας ΝΤΟΡ και τη συνακόλουθη επανεμφάνιση της υγρασίας στην ατμόσφαιρα και του χόρτου των λιβαδιών στο προηγούμενα πετρώδες, αποξηραμένο έδαφος, συνειδητοποίησα γιατί είχα συναντήσει τόσο θανάσιμο μίσος εκ μέρους τόσων προηγούμενων φίλων, κατά την ανακάλυψη της πλασματικής ροής στον πυρήνα του οργανισμού. Όχι μόνο είχε κινητοποιηθεί ένα παραλυτικό άγχος, το άγχος οργασμού· είχε αμφισβητηθεί η ίδια η ύπαρξη, η ίδια η ικανότητα να συνεχίσει το άτομο τη θωρακισμένη του ζωή. Μήπως αισθάνθηκαν ότι με την επιστροφή των πρωτογενών λειτουργιών της ζωής στον οργανισμό, με τη φυσική αυτορρύθμιση των πρωτόγονων λειτουργιών, με την εξαφάνιση του σαδιστικού μίσους, των περίεργα νευρωτικών, διεστραμμένων, συγκεχυμένων, κρυμμένων εμπλοκών, ο θάνατος θα τους πλησίαζε ή θα τους κατελάμβανε πραγματικά; Δεν ξέρουμε ακριβώς, αλλά το είδος και το μέγεθος της μάχης που διεξήγαγαν οι νευρωτικοί οργανισμοί εναντίον μιας νέας και ανυποψίαστης επιστήμης που είχε σχέση με το Ζωντανό, το έκανε πολύ πιθανό να συμβαίνει, κάτι που συχνά καταλάβαινα πολύ αργά. Κατά την πρώτη φάση, ο θαυμασμός ήταν απλώς ένας αντικατοπτρισμός της βαθιάς ελπίδας για απαλλαγή από τη δευτερογενή φύση, από τη σύγχυση και τις λειτουργίες της εσωτερικής συγκινησιακής ερήμου. Όταν όμως το μεσαίο στρώμα άρχισε πραγματικά να λιώνει, όταν η ενεργή δύναμη της πλασματικής ροής απείλησε να καταλάβει ολόκληρο τον οργανισμό, και έτσι να αλλάξει όλες τις λειτουργίες, συγκινησιακές, κοινωνικές, ηθικές, ο οργανισμός πρέπει να ένιωσε σαν να χανόταν κάτω από το βάρος μιας τόσο βασικής αλλαγής.
Η συγκινησιακή έρημος
Όταν η έρημος αρχίζει να αναπτύσσεται, η αρχική βλάστηση σταδιακά υποχωρεί και χάνεται υπό το βάρος της ξηρασίας, την έλλειψη δροσιάς τα πρωινά, την προοδευτική ξήρανση της γης κάτω από τον καυτό ήλιο και ιδιαίτερα κάτω από τη συνεχή πίεση της ενέργειας ΝΤΟΡ, της θανατηφόρας, μαυριδερής, αφυδατικής μπαγιάτικης ενέργειας της ζωής που μειώνει το οξυγόνο. Όμως η ζωή συνεχίζει να αγωνίζεται. Εμφανίζεται ένας νέος τύπος ζωής, μια δευτερογενής βλάστηση, που προσαρμόζεται στις σκληρές συνθήκες της ζωής στην έρημο. Είναι μια άσχημη ζωή, με ελάχιστα εφόδια. Οι μίσχοι των τσόλα ή των κάκτων ή των πάλο βέρντε[8] δεν είναι συμπαγείς όπως είναι ο μίσχος μιας βελανιδιάς ή μιας σημύδας. Ο μίσχος αποτελείται από μεμονωμένες, στενές χορδές που είναι και παραμένουν εύθρυπτες, και δεν έχουν μεταξύ τους καμία σύνδεση, καμία συγχώνευση. Ολόκληρο το φυτό καλύπτεται από κοντές και άγριες τρίχες, που μας θυμίζουν αντίστοιχα την ακανθώδη εξωτερική συμπεριφορά ανθρώπων που εσωτερικά είναι άδειοι σαν την έρημο. Δεν πρόκειται για απλή αναλογία. Η παρομοίωση προχωράει πολύ περισσότερο. Τα φυτά της ερήμου εκφύουν είτε δερματώδη, γεμάτα βελόνες φύλλα όπως κάνει ο κάκτος, ή όπως στην περίπτωση του τσόλα, η δομή που φέρει τη χλωροφύλλη περιορίζεται στα πιο ακραία σημεία των κλαδιών. Είναι τόσο χαρακτηριστικό της ζωής της ερήμου που ακόμα και τα ζώα έχουν τριχώδη, βελονωτή επιφάνεια ή οξύληκτα όργανα για να σκοτώνουν: ο σκορπιός, ο κροταλίας, η σαύρα Γκίλα.[9]
Η βλάστηση της ερήμου έχει προσαρμοστεί στην ατμόσφαιρα ΝΤΟΡ, στα ελάχιστα ποσά διαθέσιμου νερού, στην αποξηραντική, φλογερή ζέστη, μια ζέστη που οφείλεται στην ακτινοβολία του ήλιου η οποία είναι υποχρεωμένη να περάσει μέσα από το στρώμα της ΝΤΟΡ που καλύπτει την περιοχή. Η βλάστηση αυτή αντικαθιστά σιγά σιγά τα τελευταία υπολείμματα της πρωτογενούς βλάστησης, μέχρι που όταν η ανάπτυξη της ερήμου φτάσει στο τελευταίο στάδιο —που είναι η αμμώδης έρημος της Σαχάρα— η δευτερογενής βλάστηση πεθαίνει κι αυτή και δεν μένει τίποτα παρά αμμόλοφοι.
Με τη διάδοση της παγκόσμιας ερήμου, οι πολιτισμοί παίρνουν την κατιούσα, η ζωή χάνεται εντελώς στην περιοχή που έχει επηρεαστεί, και ο άνθρωπος είτε προσπαθεί να ξεφύγει είτε προσαρμόζεται στην έρημο, σε σπάνια σημεία πράσινου που αποκαλεί «οάσεις».
Η συνεχής παρουσία θανάτου (ατμοσφαιρική ΝΤΟΡ) και η πανταχού παρούσα αμβλυμμένη επίγνωση του αναπόφευκτου τέλους χαρακτηρίζει τόσο τη ζωή στην έρημο όσο και τη ζωή μέσα στο θωρακισμένο άνθρωπο. Ο αφανισμός των συγκινήσεων, η αφυδάτωση των ιστών που εναλλάσσεται με πρησμένη διόγκωση, λιπαρή πλαδαρότητα ή τάση προς οίδημα ή ασθένειες που προκαλούν οίδημα, ο αλκοολισμός που ο ρόλος του είναι να αναδεύσει τα υπολείμματα μιας πρωτογενούς αίσθησης της ζωής, το έγκλημα και η ψύχωση και οι τελευταίοι σπασμοί μιας ματαιωμένης, απογοητευμένης, πολύ κακομεταχειρισμένης ζωής είναι ελάχιστες από τις συνέπειες της συγκινησιακής ερήμου.
Το πικρό μίσος και η ευκολία της ερημικής ζωής να σκοτώσει την πρωτογενή ζωή δεν είναι απλώς μια έκφραση απογοήτευσης. Πρόκειται, από μια βαθύτερη άποψη όπως δείξαμε προηγούμενα, για μια μάχη προς επιβίωση που επικρατεί της φυσικής, υγιούς ζωής. Επομένως, μια πικρή, καλά οργανωμένη μάχη ενάντια στις δυνάμεις της ζωής. Επομένως, μια τέλεια οργάνωση που αποκλείει ή ταπεινώνει καθετί που έχει σχέση με τη ζωντανή ζωή.
Θυμόμαστε ακόμα τα ψυχαναγκαστικά προγράμματα σίτισης του Βιεννέζου παιδίατρου Πιρκέ, που είχαν συγκεκριμένο σκοπό να σκοτώσουν κάθε αυτορρυθμιστική κίνηση στα βρέφη· έχει δημιουργήσει μια ολόκληρη γενιά στοματικά —και με όποιο άλλο τρόπο— ματαιωμένων νευρωτικών, που με τη σειρά τους κατέστρεψαν μια ακόμη γενιά βρεφών με τις δικές τους παραμορφώσεις και τη συγκινησιακή τους κενότητα.
Θυμόμαστε τις παθολογικές συνταγές νευρωτικών γιατρών και γυναικολόγων που έλεγαν ότι τα μωρά πρέπει να αποχωρίζονται από τις μητέρες τους και να ματαιώνονται στερώντας τους τη θηλή.
Θυμόμαστε την καταστροφή που επέφεραν συγκινησιακά ερημωμένες ψυχές σ’ ολόκληρο τον πληθυσμό της υδρογείου επί χρόνια, εμποδίζοντας οτιδήποτε συνδεόταν με γενετήσια λειτουργικότητα και το οποίο δεν συμφωνούσε με τις συνθήκες που επέβαλαν στη ζωή. Ποιος έχει μετρήσει ή θα μετρήσει τον αριθμό των θυμάτων αυτής της σφαγής, ή τα θύματα που έχουν σαπίσει σε άσυλα φρενοβλαβών, ή σε γκέτο, ή σε σωφρονιστήρια, αθώα θύματα μιας οργανωμένης, καλά φυλαγμένης κακοήθους άγνοιας;
Το να φτιάχνουμε όλο και περισσότερους νόμους δεν θα έχει κανένα αποτέλεσμα. Θα κάνει τα πράγματα χειρότερα. Είναι σαν να προσπαθεί κάποιος να σώσει ένα πλοίο με διαρροή στη μέση του ωκεανού αφαιρώντας το νερό με χιλιάδες φλιτζάνια του καφέ αντί να κλείσει τη διαρροή. Όσο περισσότερους νόμους φτιάχνουμε προσπαθώντας να αντεπεξέλθουμε με ακόμα πιο πολύπλοκες και αναρίθμητες καταστρατηγήσεις του ποινικού και ηθικού κώδικα, τόσο βαθύτερη είναι η εμπλοκή του κοινωνικού μηχανισμού. Ο λαός γνωρίζει όλο και λιγότερα για τις διατάξεις της κυβέρνησης, εφόσον ακόμα και οι δικηγόροι δεν μπορούν πλέον να παρακολουθήσουν τις λεπτομέρειες νόμων που έχουν φτιάξει αγχωμένοι ή φιλόδοξοι νομοθέτες μέσα σε συγχυσμένες κοινοβουλευτικές συνελεύσεις. Αυτό μπορεί να συνεχίσει μέχρις ότου ένα μεγάλο, πανίσχυρο έθνος που προηγούμενα σκεφτόταν καθαρά βρεθεί μπλεγμένο στη γραφειοκρατία σαν να είναι δεμένο με σκοινιά που το ίδιο έχει περάσει γύρω του, έτοιμο να ανατραπεί από κάποιο τυχαίο πολιτικό μικρο-κάθαρμα που είναι προϊόν μιας παραξενιάς της τύχης.
Το γιατρικό είναι να βουλώσουμε τη διαρροή του κοινωνικού συστήματος. Να αφαιρέσουμε τους παλιούς, ξεπερασμένους νόμους έτσι που να μην μπορεί κάθε παθολογικός δικηγόρος ή δικαστής να βρει μια εύκολη δικαιολογία ώστε να κακομεταχειριστεί τα αθώα θύματα αυτής της εμπλοκής. Να περιορίσουμε τη θέσπιση νέων νόμων στο ελάχιστο απαραίτητο ώστε να αντεπεξέλθουμε με τα βασικά νέα ζητήματα, όπως η γενετησιότητα των εφήβων, η εμφάνιση ενός νέου τύπου μηχανής μετακίνησης, ο κόσμος της εναέριας κυκλοφορίας, η ύπαρξη της κοσμικής ενέργειας κ.λπ., κ.λπ.
Ο θρησκευόμενος Ινδός ή Εβραίος πιστός προσπαθεί να απαλλαγεί από τα «αμαρτήματά» του βαπτιζόμενος στον ποταμό ή στη λίμνη. Ο οργανισμός του ξέρει κατά κάποιον τρόπο ότι το νερό μας απαλλάσσει από τη ΝΤΟΡ.
Η κοινή ρίζα της αντιφατικής συμπεριφοράς, όπως το «Μην αγγίξεις ποτέ την Πανούκλα», φαίνεται να είναι ο φόβος να χαθεί κάποιος από το ίδιο του το θανατηφόρο, απολυματοποιημένο, προσεκτικά μπλοκαρισμένο και θωρακισμένο με ΝΤΟΡ στρώμα. Για να υπερασπιστεί κάποιος το θύμα, να αντιταχθεί στην κηλίδωση, να τρίψει τη βρομιά πίσω στο πρόσωπο του πανουκλιασμένου που την έριξε, απαιτεί να είναι απαλλαγμένος από την ανάγκη να πρέπει να προφυλαχτεί από το ίδιο του το μπλεγμένο, απολυματοποιημένο μεσαίο στρώμα.
Μεταφράζουμε παλιούς, γνωστούς ψυχολογικούς και βιοενεργειακούς όρους σε πιο θεμελιώδεις φυσικούς όρους. Η λειτουργία της γενετησιότητας είχε απομακρυνθεί από τον ψυχολογικό χώρο στην αρχή της έρευνας του χαρακτήρα, όταν καταλάβαμε ότι πρόκειται για μια βιοενεργειακή λειτουργία που βρίσκεται πίσω και πέρα από την ψυχολογία. Πρέπει να είμαστε προετοιμασμένοι να συναντήσουμε τις βαθύτερες, φυσικές λειτουργίες σε άλλους οικείους ψυχιατρικούς και ιατρικούς χώρους, καθώς η οργονομία πλησιάζει τις κοινές ρίζες της βιολογικής και φυσικής ζωής. Πρέπει να προσεγγίσουμε το αίνιγμα της «λανθάνουσας αρνητικής μεταβίβασης» και της «αρνητικής θεραπευτικής αντίδρασης» εφοδιασμένοι με την κατανόηση ότι η ενέργεια της θωράκισης είναι πραγματική, υλική ενέργεια ΝΤΟΡ.
Έρευνα που έγινε κάπως πρόσφατα αποκάλυψε το γεγονός ότι οι άνθρωποι γενικά έχουν επίγνωση όχι μόνο του γεγονότος ότι μπλοκάρονται συγκινησιακά, αλλά ότι, με το «κρυψιμο», έχουν μια λίγο πολύ αμυδρή επίγνωση του τι κρύβουν: ενέργεια ΝΤΟΡ. Οι θωρακισμένοι άνθρωποι έχουν επίγνωση των πιθανών εκφράσεων της θωράκισής τους: αισθάνονται τις μπλοκαρισμένες σ’ αυτήν συγκινήσεις τους ως «ντροπή», «αφόρητες», «ακάθαρτες» ή εντελώς «βρόμικες». Το είδος αυτό αυτο-επίγνωσης φαίνεται να είναι η ίδια η ουσία της τυπικής απόσυρσης, ντροπαλότητας, αμηχανίας των ανθρώπων, ιδιαίτερα της απροθυμίας τους να καταλάβουν τον εαυτό τους. Δεν έχουν απλώς απολυματοποιήσει τη νεκρή, μπαγιάτικη βιοενέργεια μέσα στον οργανισμό τους· δεν έχουν απλώς σηκώσει «άμυνες» (ψυχολογικός όρος), «μπλοκαρίσματα θωράκισης» (βιοενεργειακός όρος) ενάντια στην ενέργεια ΝΤΟΡ και τις εκφράσεις της μέσα στον οργανισμό, αλλά έχουν επίγνωση της κατάστασης και κρύβονται όσο καλύτερα μπορούν, ακόμα και από την καλύτερη ψυχιατρική θεραπεία. Μ’ άλλα λόγια, η «αρνητική θεραπευτική αντίδραση», το γεγονός ότι η κατάσταση του ασθενούς επιδεινώνεται μετά από επιτυχημένη θεραπεία μπορεί τώρα να κατανοηθεί εύκολα ως εκδήλωση μιας όξυνσης της επίγνωσης της ασχήμιας του οργανισμού, της δυσωδίας, σαν να λέμε, αυτού που απειλεί να ξεβραστεί με την τελική βελτίωση του ατόμου. Δεν υπάρχει άλλος τρόπος να βγει η υγεία παρά με την πλήρη αποκάλυψη και βίωση της δυσωδίας, του μπλοκαρισμένου, απολυματοποιημένου χώρου του εαυτού. Και για να γίνει αυτό, για να αντιμετωπίσει κάποιος αυτή τη γελοιοποίηση, χειροτερεύει αντί να καλυτερεύει καθώς πλησιάζει την υγεία. Αυτό είναι παρόμοιο με την «κρίση» που εμφανίζεται σε ασθένειες που χαρακτηρίζονται από υψηλό πυρετό, όπως η σηψαιμία, η πνευμονία κ.λπ.
Η επιδείνωση όταν θα έπρεπε κάποιος να γίνεται καλύτερα δεν είναι πιο παράδοξη κατάσταση από τη γνωστή λειτουργία της «λανθάνουσας αρνητικής μεταβίβασης» η οποία, όπως έχει δείξει η ανάλυση του χαρακτήρα είναι το πιο ουσιώδες τμήμα της συμπεριφοράς που πρέπει να αντιμετωπιστεί στην αρχή της ψυχιατρικής θεραπείας. Το καλά κρυμμένο αυτό μίσος που κατευθύνεται προς οποιονδήποτε μας δείχνει την ύπαρξη μιας θανατηφόρας, δυσωδίας της ενέργειας ΝΤΟΡ· η «αντίσταση» να αποκαλύψει κάποιος την πραγματική του υπόσταση, ακόμα και μπροστά στον γιατρό που θα του προσφέρει την ίαση· η γενική στάση να «κρύβει» καθετί που έχει σχέση με τη γενετησιότητα, το σύστημα ενεργειακής εκφόρτισης, τη γενική υπεκφυγή της δεύτερης φύσης του ανθρώπου, το «Μην το αγγίζεις ποτέ» όπου «το» σημαίνει το καίριο, το ουσιώδες, το κεντρικό σημείο· το μίσος για την αλήθεια· τη θανάτωση αυτών που αναζητούν την αλήθεια, τη λατρεία των μαέστρων της τέλειας υπεκφυγής· το τεράστιο μίσος που καταδιώκει τη ζωντανή ζωή… όλα αυτά είναι διαφορετικές εκφράσεις ενός και του αυτού γεγονότος: του κρυψίματος, της απολυματοποίησης και απομάκρυνσης της θανατηφόρας, μπαγιάτικης ενέργειας μέσα στον οργανισμό του ατόμου. Από αυτό αναφαίνονται αρκετές διαλευκάνσεις των ριζών του ανθρώπου στη φύση.
Δεν θα έπρεπε να μας προξενεί έκπληξη όταν ανακαλύπτουμε ταυτόσημες λειτουργίες ή αλληλουχίες φυσικών λειτουργιών, όποτε συναντάμε τη βασική σχέση της πλήρως λειτουργούσας ενέργειας της ζωής προς τη μπαγιάτικη, νεκρή και θανατηφόρα ενέργεια ΝΤΟΡ.
Στη δομή του ανθρώπινου χαρακτήρα, οι υγιείς λειτουργίες της ζωής περιβάλλουν και σταματούν τη δραστηριότητα των λειτουργιών της ΝΤΟΡ στη θωράκιση.
Στην κοινωνική σκηνή, βιώνουμε τα τρία στρώματα της θωρακισμένης δομής του ανθρώπινου χαρακτήρα όπως σχετίζονται προς την οργονομία, ως έντονο ενθουσιασμό στην αρχή, μετά ως πικρό, δολοφονικό μίσος που ακολουθεί τον ενθουσιασμό και, τέλος, μετά από μακρές και πικρές μάχες με τον εαυτό και με την ανάπτυξη προς μια καλύτερη αυτογνωσία, αργή και προσεκτικά διαμορφούμενη προσαρμογή στις πραγματικότητες της φυσικής κατάστασης μέσα στον άνθρωπο: τα όργανα της αγάπης του· το ορθολογικό μίσος του και την έκφρασή του· τη σχέση του προς την αλήθεια και την αληθινή ζωή· την εγκατάλειψη του κρυψίματος, της μηχανορραφίας, της παρακαμπτικής πλαγιότητας, της υπεκφυγής του καίριου στη ζωή.
Στη φυσική της ατμόσφαιρας συναντάμε τις αντιδράσεις Όρανουρ που δείχνουν τρεις σαφώς ξεχωριστές φάσεις. Όταν η φυσιολογική, φυσική ενέργεια ΟΡ στην ατμόσφαιρα δεχθεί ξαφνικά επίθεση από πυρηνική έκρηξη ή παρόμοια επιβλαβή συμβάντα, δρα σαν να καταβάλλεται, ανήμπορη, υποκύπτοντας στο θανατηφόρο πλήγμα, σχεδόν πεθαίνοντας. Αυτό που μένει από την ενέργεια ΟΡ μετά το παραλυτικό πλήγμα, γίνεται πανίσχυρα «έξαλλο», ανταποδίδει, παραληρώντας με μια υγιή, καλή, ειλικρινή οργή. Η τρίτη φάση χαρακτηρίζεται από ήρεμη υπεροχή, μια μεγαλοπρεπή κατάκτηση της ΝΤΟΡ από ενέργεια ΟΡ, λες και αυτό που είναι νεκρό πρέπει να ανακοινωθεί ότι είναι νεκρό και να εξαλειφθεί από τη διαδικασία της ζωντανής, αναβράζουσας ζωής.
Υπάρχουν αρκετά σοβαροί λόγοι να υποθέσουμε σ’ αυτό το βασικό επίπεδο της κατανόησής μας ότι ο τυφώνας, ο ανεμοστρόβιλος, ο ξηρός ανεμοστρόβιλος στην έρημο και παρόμοιες φυσικές αναταραχές είναι λειτουργικά ταυτόσημες με τις προσπάθειες για αυτοθεραπεία στην κατατονική εμβροντησία, την επιληπτική κρίση, το σηπτικό πυρετό, την πιο απλούστερη φλόγωση των ιστών: πρόκειται για ενέργεια ΟΡ που περιβάλλει, απολυματοποιεί, εκδιώκει την ενέργεια ΝΤΟΡ.
[1] Στμ: Απολυματοποίηση: ο σχηματισμός απολύματος. Απόλυμα: τεμάχιο νεκρωθέντος οστού που διαχωρίζεται από το υγιές οστούν. (Ιατρικό Λεξικό Dorland’s, Πασχαλίδης, 1997.)
[2] Υπάρχει και μια άλλη προσέγγιση στην κατανόηση του οιδήματος, των ασκιτών κ.λπ.
[3] Στμ: Dustdevil είναι ένας σχετικά μικρός ανεμοστρόβιλος έως 10 μέτρα διάμετρο και ύψος έως 300 περίπου μέτρα που δημιουργείται πάνω από ξηρές επιφάνειες. (Webster’s New Unabridged Dictionary, Barnes & Noble, 1996.) Παρόλο που ο όρος «ξηρός ανεμοστρόβιλος» δεν είναι δόκιμος, θα τον χρησιμοποιήσουμε για λόγους ευκρίνειας.
[4] Στμ: Αγγειακή διαταραχή αγνώστου αιτίας, που χαρακτηρίζεται από συνεχή επεισόδια χλομάδας και μουδιάσματος των δακτύλων των χεριών και των ποδιών και μερικές φορές της άκρης της μύτης και των αυτιών· συνήθως πυροδοτείται από στρες ή έκθεση στο κρύο. Πήρε το όνομα του Maurice Raynaud, Γάλλου γιατρού που την περιέγραψε. (Webster’s New Unabridged Dictionary, Barnes & Noble 1996.)
[5] Στμ: Μομμιοποίηση: η ρυτίδωση ενός ιστού, όπως στην ξηρή γάγγραινα ή ενός νεκρού κατακρατηθέντος εμβρύου. (Ιατρικό Λεξικό Dorland’s, Πασχαλίδης, 1997.)
[6] Στμ: Πολυπύρηνη μάζα πρωτοπλάσματος που παράγεται από συγχώνευση πολλών κυττάρων. (Ιατρικό Λεξικό Dorland’s, Πασχαλίδης, 1997.)
[7] Στμ: Cholla: Μικροί ακανθώδεις κάκτοι του γένους Opuntia, ιδιαίτερα το είδος O. Fulgida οι οποίοι απαντώνται στις νοτιοδυτικές Ηνωμένες Πολιτείες και το Μεξικό, έχουν κονδυλώδεις προεξοχές και υποκίτρινες ράχες. (Webster’s New Unabridged Dictionary, Barnes & Noble, 1996.)
[8] Στμ: Palo verde: ένας ακανθώδης μικρός θάμνος, το είδος Cercidium floridum, της οικογένειας των λεγκουμινωδών (οσπρίων) που απαντάται στις νοτιοδυτικές ΗΠΑ και το Μεξικό, και έχει πράσινο φλοιό. Το όνομα σημαίνει «πράσινο δέντρο». (Webster’s New Unabridged Dictionary, Barnes & Noble, 1996.)
[9] Στμ: Gila monster: Μεγάλη (φτάνει σε μήκος τα 50 εκατοστά), δηλητηριώδης σαύρα, το είδος Heloderma suspectum, που απαντάται στις νοτιοδυτικές ΗΠΑ και το βορειοδυτικό Μεξικό, η οποία καλύπτεται με φολιδωτά λέπια κίτρινου, πορτοκαλιού και μαύρου χρώματος. Το όνομά της προέρχεται από τον ποταμό Gila ο οποίος διατρέχει τις πολιτείες Νέο Μεξικό και Αριζόνα και καταλήγει στον ποταμό Κολοράντο. (Webster’s New Unabridged Dictionary, Barnes & Noble, 1996.)
[1] Βλ. Το πείραμα Όρανουρ, Πρώτη αναφορά (1947-1951).
[2] Στμ: Η αγγλική λέξη «bleakness» χρησιμοποιείται με διαφορετική χροιά για τοπία και για ανθρώπους και οι έννοιές της είναι: Για τοπία: γυμνός, ψυχρός, ανεμόδαρτος· για ανθρώπους: σκοτεινός, ψυχρός, θλιβερός, μελαγχολικός, άχαρος, πληκτικός. Η αγγλική περιγραφή της λέξης είναι: χωρίς ελπίδα ή ενθάρρυνση· καταθλιπτικός.
[3] Στμ: ΑΑΛ: Αριθμήσεις (ή κρούσεις, ή παλμοί) Ανά Λεπτό.