Η λειτουργία της υπέρθεσης
Απόσπασμα από το βιβλίο του Βίλχελμ Ράιχ Η κοσμική υπέρθεση, εκδόσεις Καστανιώτη, 1980, σσ. 29-40
Έχουμε μάθει ν’ ανάγουμε τη μορφή σε κίνηση. Η μορφή, σύμφωνα με την οργονομική λειτουργική σκέψη, είναι «παγιωμένη» κίνηση. Άφθονα στοιχεία έχουν δείξει ότι, η υπέρθεση οφείλεται σε βιοενεργειακές δυνάμεις, που λειτουργούν πέρα απ’ τον έλεγχο της θέλησης. Τα δυο οργονοτικά συστήματα που συμμετέχουν, ωθούνται σε υπέρθεση από μια δύναμη πού, κάτω από φυσικές συνθήκες, δηλαδή συνθήκες που δεν περιορίζονται από εξωτερικά η εσωτερικά εμπόδια, βρίσκεται πέρα απ’ τον έλεγχό τους, είναι ακούσια βιοενεργειακή δράση. Βασικά, η λειτουργία αυτή δεν μπορεί να σταματήσει, ακριβώς όπως δεν μπορεί να σταματήσει ο χτύπος της καρδιάς ή η περίσταλση των εντέρων, εκτός από την περίπτωση βίαιης επέμβασης η με το θάνατο.
Η υπέρθεση στα γαλαξιακά συστήματα
Απόσπασμα από το βιβλίο του Βίλχελμ Ράιχ Η κοσμική υπέρθεση, εκδόσεις Καστανιώτη, 1980, σσ. 75-89
Στρεφόμαστε τώρα στα μακροκοσμικά φαινόμενα της οργονοτικής υπέρθεσης. Η γέφυρα, που συνδέει το μικροκοσμικό και βιονεργειακό με το μακροκοσμικό χώρο, περιέχεται στη γερά θεμελιωμένη αρχή του «οργονομικού δυναμικού». Η βασική αυτή λειτουργία είναι αρκετή για να ερμηνεύσει την εξέλιξη των μικροκοσμικών σε μακροκοσμικά οργονοτικά συστήματα. Η πρώτη υπέρθεση δύο οργονοενεργειακών μονάδων διαταράσσει, υποχρεωτικά, την ισορροπία της ομαλότητας κατανομής της κοσμικής ενέργειας, μέσα απ’ το σχηματισμό ενός πρώτου «ισχυρότερου» ενεργειακού συστήματος. Το πρώτο αυτό ισχυρότερο σύστημα, από δω και στο εξής, έλκει άλλες πιο ανίσχυρες μονάδες και μ’ αυτό τον τρόπο αναπτύσσεται. Βασικά, δεν υπάρχουν όρια στην ανάπτυξη ενός οργονοτικού συστήματος, εκτός απ’ την περίπτωση στερεοποίησης η παγίωσης της ενέργειας σε αδρανή μάζα. Η ίδια αυτή αρχή ισχύει και για τα ζωντανά οργονοτικά συστήματα.
Υπέρθεση βαρύτητας
Απόσπασμα από το βιβλίο του Βίλχελμ Ράιχ Η κοσμική υπέρθεση, εκδόσεις Καστανιώτη, 1980, σσ. 128-132
Οποιαδήποτε προσπάθεια για μια οργονομική θεωρία της βαρύτητας, πρέπει να προέρχεται από λειτουργικές και όχι μηχανιστικές αρχές. Θα πρέπει, αρχικά, να εγκαταλείψει την απόλυτη, αιώνια άποψη της βαρύτητας και να την αντικαταστήσει με τη γενετική άποψη, σύμφωνα με την όποια, οι ίδιοι βασικοί φυσικοί νόμοι, δημιουργούνται και χάνονται ξανά, όπως κάνουν όλες οι άλλες φυσικές λειτουργίες. Σύμφωνα με την άποψη αυτή, η έλξη μεταξύ αδρανών μαζών, πρέπει να έχει προκόψει μαζί με τη δημιουργία της μάζας, από την απαλλαγμένη μάζας αρχέγονη κοσμική ενέργεια. Δεύτερο, θα αχρηστεύσει τη μηχανική βαρύτητα της κλασικής φυσικής, όχι με μαθηματικές αφαιρέσεις, αλλά με την πιο πλησιέστερη δυνατή παρατήρηση των πραγματικών λειτουργιών της.