Απόσπασμα από το βιβλίο του Βίλχελμ Ράιχ Η λειτουργία του οργασμού, εκδόσεις Ρέω, σσ. 337-350

Τo 1933 έγινε φανερό ότι η άποψή μου περί ενότητας ψυχικής και σωματικής λειτουργικότητας ισχύει και προς την ακόλουθη κατεύθυνση.

Οι θεμελιώδεις βιολογικές λειτουργίες της συστολής και της διαστολής είναι εφαρμόσιμες τόσο στον ψυχικό όσο και στον σωματικό χώρο. Από αυτές απορρέουν δύο σειρές αντίθετων επιπτώσεων, τα διάφορα στοιχεία των οποίων αντιπροσωπεύουν διαφορετικά επίπεδα βιολογικής λειτουργικότητας.

Από την έρευνα αποδεικνύεται ότι οι ορμές και οι αισθήσεις δεν παράγονται αλλά απλώς μεταδίδονται από τα νεύρα. Οι ορμές και οι αισθήσεις είναι βιολογική δραστηριότητα που προέρχεται από το σύνολο του οργανισμού. Υπάρχουν στο ζωντανό σύστημα πολύ πριν την ανάπτυξη του οργανωμένου νευρικού συστήματος. Στα πρωτόζωα συναντώνται βασικά οι ίδιες ενέργειες και ορμές όπως στα μετάζωα, παρά το γεγονός ότι δεν διαθέτουν οργανωμένο νευρικό σύστημα. Το μεγάλο επίτευγμα των Κράους και Τσόντεκ δεν ήταν ότι απλώς απέδειξαν ότι οι λειτουργίες του αυτόνομου νευρικού συστήματος διεγείρονται ή επιβραδύνονται από τις χημικές ουσίες αλλά, πολύ πιο σημαντικό, ότι μπορούν να αντικατασταθούν από αυτές.

Βασιζόμενος στα πειράματά του, ο Κράους κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η δραστηριότητα των νεύρων, τα φάρμακα και οι ηλεκτρολύτες μπορούν να αλληλοαντικατασταθούν στο βιολογικό σύστημα ως προς την ενυδάτωση και αφυδάτωση των ιστών (η οποία, όπως αποδείξαμε προηγουμένως, είναι η βασική λειτουργία της ζωής). Ακολουθεί ένας συγκριτικός πίνακας της νευρικής δραστηριότητας και των επιπτώσεών της συνολικά.

Από τα στοιχεία του πίνακα προκύπτουν τα ακόλουθα:

  1. Η αντίθεση μεταξύ της ομάδας καλίου (παρασυμπαθητικό) και της ομάδας ασβεστίου (συμπαθητικό): διαστολή και συστολή.
  2. Η αντίθεση μεταξύ περιφέρειας και κέντρου, ως προς τη διέγερση.
  3. Η λειτουργική ταυτότητα συμπαθητικού και παρασυμπαθητικού με τις λειτουργίες χημικών ουσιών που προκαλούν διέγερση.
  4. Η εξάρτηση της εννεύρωσης[1] κάθε οργάνου από τη λειτουργική ενότητα και αντίθεση του οργανισμού ως σύνολο.
Νευροφυτική ομάδα
Γενική επίπτωση στους ιστούς
Επίπτωση στο κέντρο
Επίπτωση στην περιφέρεια
Συμπαθητικό
Ομάδα ασβεστίου
Αδρεναλίνη
Χοληστερίνη
Ιόντα-Η
Μείωση της επιφανειακής τάσης
Αφυδάτωση
Γραμμωτοί μυς: πλαδαροί ή σπαστικοί
Μείωση της ευαισθησίας στα ηλεκτρικά ερεθίσματα
Αύξηση κατανάλωσης οξυγόνου
Αύξηση της πίεσης του αίματος
Συστολική
Διεγείρεται το μυϊκό σύστημα της καρδιάς
Αγγειοσυστολή
 
Παρασυμπαθητικό
Ομάδα καλίου
Χολίνη
Λεκιθίνη
Ιόντα-ΟΗ
Αύξηση της επιφανειακής τάσης
Ενυδάτωση
Μυς: αύξηση του τόνου
Αύξηση της ευαισθησίας στα ηλεκτρικά ερεθίσματα
Μείωση της κατανάλωσης οξυγόνου
Μείωση της πίεσης του αίματος
Διαστολική
Το μυϊκό σύστημα της καρδιάς χαλαρώνει
Αγγειοδιαστολή

Όπως έχουμε ήδη τονίσει, όλες οι βιολογικές ορμές και οι αισθήσεις των οργάνων μπορούν να αναχθούν στη διαστολή (επιμήκυνση, διεύρυνση) και στη συστολή (συρρίκνωση, σύσφιξη).

Όμως, με ποιο τρόπο σχετίζονται οι δύο αυτές βασικές λειτουργίες με το αυτόνομο νευρικό σύστημα; Η διερεύνηση των πολύπλοκων νευροφυτικών εννευρώσεων των οργάνων αποδεικνύει ότι όπου υπάρχει διαστολή, διεύρυνση, υπεραιμία, συμφόρηση και ηδονή, λειτουργεί πάντα το παρασυμπαθητικό (vagus). Αντίστροφα, τα συμπαθητικά νεύρα λειτουργούν όποτε ο οργανισμός συστέλλεται, το αίμα αποσύρεται από την περιφέρεια και εμφανίζονται ωχρότητα, άγχος και πόνος. Προχωρώντας ένα βήμα παρακάτω, καταλαβαίνουμε ότι το παρασυμπαθητικό νευρικό σύστημα λειτουργεί προς την κατεύθυνση της διαστολής, «από τον εαυτό προς τα έξω — προς τον κόσμο», της ευχαρίστησης και της χαράς. Αντίθετα, το συμπαθητικό νευρικό σύστημα λειτουργεί προς την κατεύθυνση της συστολής, «μακριά απ’ τον κόσμο — πίσω στον εαυτό», της λύπης και της δυσαρέσκειας. Η διεργασία της ζωής συνίσταται στη συνεχή εναλλαγή μεταξύ διαστολής και συστολής.

Η περαιτέρω έρευνα αποδεικνύει την ταυτότητα μεταξύ της παρασυμπαθητικής και της σεξουαλικής λειτουργίας αφενός και της συμπαθητικής λειτουργίας με τη λειτουργία της δυσαρέσκειας και του άγχους αφετέρου. Γνωρίζουμε ότι κατά την εμπειρία της ηδονής, τα περιφερειακά αιμοφόρα αγγεία διαστέλλονται, το δέρμα γίνεται υπεραιμικό και η ευχαρίστηση βιώνεται σε κάθε ένταση, από την πιο ήπια έως το ύψιστο στάδιο της σεξουαλικής έκστασης. Οι καταστάσεις άγχους συνοδεύονται από ωχρότητα, συστολή των αιμοφόρων αγγείων και δυσαρέσκεια. Σε κατάσταση ηδονής, «η καρδιά ανοίγει» (παρασυμπαθητική διαστολή) και ο σφυγμός είναι ήρεμος και πλήρης. Σε κατάσταση άγχους, η καρδιά συστέλλεται και χτυπά γρήγορα και έντονα. Στην πρώτη περίπτωση, το αίμα ωθείται μέσα σε διευρυμένα αγγεία, και ως εκ τούτου η καρδιά δεν καταπονείται. Στη δεύτερη, το αίμα ωθείται σε στενότερα αγγεία, και το έργο της είναι πιο επίπονο. Στην πρώτη περίπτωση, το αίμα κατανέμεται κυρίως στην περιφέρεια, ενώ στη δεύτερη τα συσπασμένα αγγεία προκαλούν συμφόρηση του αίματος προς την καρδιά. Συνεπώς, καταλαβαίνουμε αμέσως ότι το άγχος συνυπάρχει με ένα αίσθημα πίεσης και, αντιστρόφως, το αίσθημα πίεσης συνυπάρχει με το άγχος. Είναι η εικόνα της καρδιαγγειακής υπέρτασης η οποία ανησυχεί τόσο την ιατρική. Η υπέρταση αντιστοιχεί σε μια γενική κατάσταση συμπαθητικοτονικής συστολής του οργανισμού.

Σύνδρομο άγχους
Σύνδρομο ηδονής
Περιφερειακά αγγεία
Συστέλλονται
Διαστέλλονται
Καρδιακή δραστηριότητα
Επιταχύνεται
Επιβραδύνεται
Πίεση αίματος
Αυξημένη
Μειωμένη
Κόρες οφθαλμών
Σε διαστολή (μυδρίαση)
Σε συστολή (μύση)
Έκκριση σιέλου
Μειωμένη
Αυξημένη
Μυϊκό σύστημα
Σε παράλυση ή σε σπασμό
Κανονικός τόνος, σε χαλάρωση

Στο ανώτατο ψυχικό επίπεδο, η βιολογική διαστολή βιώνεται ως ηδονή και η βιολογική συστολή ως δυσαρέσκεια. Στον χώρο των ενστίκτων, η διαστολή λειτουργεί ως σεξουαλική διέγερση και η συστολή ως άγχος. Σε βαθύτερο επίπεδο φυσιολογίας, η διαστολή αντιστοιχεί στην παρασυμπαθητική λειτουργικότητα και η συστολή στη συμπαθητική λειτουργικότητα. Σύμφωνα με τις ανακαλύψεις των Κράους και Τσόντεκ, η παρασυμπαθητική λειτουργία μπορεί να αντικατασταθεί από την ομάδα ιόντων καλίου και η συμπαθητική λειτουργία από την ομάδα ιόντων ασβεστίου. Έτσι, καταλήγουμε στην αξιόπιστη και εντυπωσιακή εικόνα της ενιαίας λειτουργικότητας από τις ανώτατες ψυχικές αισθήσεις έως τις κατώτατες βιολογικές αντιδράσεις.

Στον ακόλουθο πίνακα καταγράφονται οι δύο σειρές λειτουργιών ταξινομημένες ως προς το βιολογικό επίπεδο στο οποίο λαμβάνουν χώρα:

Ηδονή
Δυσαρέσκεια και άγχος
Σεξουαλικότητα
Άγχος
Παρασυμπαθητικό
Συμπαθητικό
Κάλιο
Ασβέστιο
Λεκιθίνη
Χοληστερίνη
Χολίνη
Αδρεναλίνη
Ιόντα –ΟΗ (ενυδατικές βάσεις)*
Ιόντα –Η (αφυδατικά οξέα)
Λειτουργία διαστολής
Λειτουργία συστολής

* Το pH του καλλιεργητικού μέσου πρέπει πάντα να είναι βασικό (7,2-7,8 pH).

Με την παραπάνω διατύπωση της ενοποιημένης αντιθετικής λειτουργικότητας ψυχής-σώματος, αποσαφηνίστηκαν ορισμένες προηγουμένως μη κατανοητές αντιφάσεις σε σχέση με την εννεύρωση και το αυτόνομο νευρικό σύστημα. Μέχρι τότε, η εννεύρωση του αυτόνομου νευρικού συστήματος του οργανισμού φαινόταν να μην έχει ενότητα και συνοχή. Σε μια περίπτωση, θεωρείτο ότι οι μυς συστέλλονται υπό την επίδραση του παρασυμπαθητικού νευρικού συστήματος, ενώ σε μια άλλη, η ίδια λειτουργία απεδίδετο στο συμπαθητικό νευρικό σύστημα. Σε μια περίπτωση, η διέγερση της λειτουργίας των αδένων απεδίδετο στο παρασυμπαθητικό νευρικό σύστημα (π.χ. των γεννητικών αδένων), ενώ σε μια άλλη στο συμπαθητικό νευρικό σύστημα (π.χ. των ιδρωτοποιών αδένων). Ο συγκριτικός πίνακας της συμπαθητικής και παρασυμπαθητικής εννεύρωσης των αυτόνομων οργάνων που ακολουθεί αποδεικνύει περισσότερο την προφανή έλλειψη λογικής.

Εννεύρωση του Νευροφυτικού Νευρικού Συστήματος

Επίδραση του συμπαθητικού
Όργανο
Επίδραση του Παρασυμπαθητικού
Αναστολή του σφιγκτήρα της κόρης του οφθαλμού: διασταλμένη κόρη
Μυς της ίριδας
Διέγερση του σφιγκτήρα της κόρης του οφθαλμού: στένωση της κόρης
Αναστολή των δακρυϊκών αδένων: «ξηρά μάτια». Κατάθλιψη.
Δακρυϊκοί αδένες
Διέγερση των δακρυϊκών αδένων: «λαμπερά μάτια». Χαρά.
Αναστολή των σιελογόνων αδένων: «ξερό στόμα».
Σιελογόνοι αδένες
Διέγερση και αυξημένη έκκριση των σιελογόνων αδένων: «τρέχουν τα σάλια».
Διέγερση των ιδρωτοποιών αδένων του προσώπου και του σώματος: «δέρμα υγρό και κρύο».
Ιδρωτοποιοί αδένες
Αναστολή των ιδρωτοποιών αδένων του προσώπου και του σώματος: «στεγνό δέρμα».
Συστολή των αρτηριών στο πρόσωπο και το σώμα: «Κρύος ιδρώτας», ωχρότητα, άγχος
Αρτηρίες
Διαστολή των αρτηριών: «φρεσκάδα και ερυθρότητα του δέρματος», αυξημένη υπεραιμία χωρίς εφίδρωση
Διεγείρονται οι μυς των τριχοθυλακίων: ανόρθωση των τριχών, «ανατριχίλα», ρίγη
Ανορθωτήρες μυς των τριχών
Αναστολή των ανορθωτήρων των τριχών: το δέρμα γίνεται λείο και ζεστό[2]
Αναστολή των μυών που συστέλλουν τους βρόγχους: οι βρόγχοι χαλαρώνουν
Μυς των βρόγχων
Διέγερση της συστολής των μυών των βρόγχων: οι βρόγχοι στενεύουν
Διεγείρεται η καρδιακή δραστηριότητα: δυνατοί σφυγμοί, ταχυκαρδία
Καρδιά
Επιβραδύνεται η καρδιακή δραστηριότητα: ήρεμη καρδιά, οι σφυγμοί μειώνονται
Αναστέλλει την περίσταλση: μειώνει τις εκκρίσεις των πεπτικών αδένων
Η πεπτική οδός από τον οισοφάγο έως τον πρωκτό, ήπαρ, πάγκρεας, νεφροί,[3] πεπτικοί αδένες
Διεγείρει την περίσταλση: αύξηση των εκκρίσεων των πεπτικών αδένων
Αυξάνονται οι εκκρίσεις των επινεφριδίων: αντίδραση άγχους
Επινεφρίδια
Μειώνονται οι εκκρίσεις των επινεφριδίων: αντίδραση ευχαρίστησης
Αναστέλλονται οι μυς της κύστης,[4] διεγείρονται του ουρηθρικού σφιγκτήρα: αναστέλλεται η ούρηση
Ουροδόχος κύστη
Διεγείρονται οι μυς της κύστης,[5] αναστέλλεται ο σφιγκτήρας: επάγεται η ούρηση
Σύσπαση των λείων μυών, μειώνονται οι εκκρίσεις όλων των αδένων, μειώνεται η παροχή αίματος, ξηρότητα του κόλπου: μείωση της σεξουαλικής επιθυμίας
Γυναικεία σεξουαλικά όργανα
Χαλάρωση των λείων μυών, διεγείρονται οι λειτουργίες των αδένων, αυξάνεται η ροή του αίματος, υγρός κόλπος: αύξηση της σεξουαλικής επιθυμίας
Σύσπαση των λείων μυών του οσχέου, μείωση των λειτουργιών των αδένων, μείωση της παροχής αίματος, πλαδαρό πέος: «μειωμένη σεξουαλική επιθυμία»
Ανδρικά σεξουαλικά όργανα
Χαλάρωση των λείων μυών του οσχέου, αύξηση όλων των εκκρίσεων, αύξηση της ροής του αίματος, στύση: «αυξημένη σεξουαλική επιθυμία»

Κατά την πορεία της απόδειξης των δύο κατευθύνσεων της βιοηλεκτρικής ενέργειας, υπήρξε ένα ζήτημα στο οποίο δεν δώσαμε τη δέουσα προσοχή. Η περιφέρεια του νευροφυτικού συστήματος είχε περιγραφεί λεπτομερώς. Αυτό που δεν είχε καθοριστεί είναι το σημείο στο οποίο συγκεντρώνεται η βιοηλεκτρική ενέργεια αμέσως μόλις δημιουργηθεί μια κατάσταση άγχους. Έπρεπε να υπάρχει ένα νευροφυτικό κέντρο από το οποίο απορρέει και στο οποίο επιστρέφει η βιοηλεκτρική ενέργεια. Η απάντηση σε αυτό το ερώτημα μας προσφέρει τον κρίκο που συνδέει πολύ γνωστά στοιχεία της φυσιολογίας. Στην κοιλιακή περιοχή, την αποκαλούμενη έδρα των συναισθημάτων, βρίσκουμε τις γεννήτριες της βιοφυσικής ενέργειας. Είναι τα μεγάλα κέντρα του αυτόνομου νευρικού συστήματος, δηλαδή το ηλιακό πλέγμα, το κοιλιακό πλέγμα και το οσφυοϊερό πλέγμα. Μια ματιά στην ανατομία του νευροφυτικού νευρικού συστήματος μας πείθει εύκολα ότι τα νευροφυτικά γάγγλια είναι πιο πυκνά στην κοιλιακή και στη γεννητική περιοχή. Τα διαγράμματα των επόμενων σελίδων απεικονίζουν τη λειτουργική σχέση μεταξύ κέντρου και περιφέρειας.

SEL-261 GRK

Παρασυμπαθητικό
Συμπαθητικό
Διόγκωση, διαστολή
Αυξημένη υπεραιμία
Χαμηλή κεντρική ένταση
Έκταση
Προς τον κόσμο, έξω από τον εαυτό
Σεξουαλική διέγερση∙ αίσθημα θερμότητας, ρόδινο δέρμα
«Ρεύμα» από το κέντρο προς την περιφέρεια
Συρρίκνωση
Μειωμένη ροή αίματος
Υψηλή κεντρική ένταση
Απόσυρση
Μακριά απ’ τον κόσμο, προς τον εαυτό
Άγχος, ωχρότητα, κρύος ιδρώτας
 «Ρεύμα» από την περιφέρεια προς το κέντρο
Παρασυμπαθητικοτονία, χαλάρωση Διεργασία της ζωής, ταλάντωση μεταξύ Συμπαθητικοτονία, υπέρταση

Διάγραμμα α: Οι βασικές λειτουργίες του νευροφυτικού νευρικού συστήματος.

Η προσπάθεια να γίνει κατανοητή η προφανής έλλειψη λογικής στην επίδραση του νευρικού συστήματος που περιέγραψα προηγουμένως στέφθηκε από επιτυχία, όταν διερεύνησα τη νευροφυτική εννεύρωση των αντίστοιχων οργάνων, πρώτα σε σχέση με τη βιολογική διαστολή (άνοιγμα, διεύρυνση) και στη συνέχεια σε σχέση με τη βιολογική συστολή (απόσυρση) του οργανισμού συνολικά. Με άλλα λόγια, όταν αναρωτήθηκα πώς θα λειτουργούσαν φυσιολογικά τα αντίστοιχα όργανα σε κατάσταση ευχαρίστησης και πώς σε κατάσταση άγχους και με ποιο τρόπο η εννεύρωση του αυτόνομου νευρικού συστήματος θα εμπλακεί σε αυτή τη διαδικασία. Διερευνούμενη σε σχέση με τη συνολική λειτουργία του οργανισμού, η φαινομενικά αντιφατική επίδραση της εννεύρωσης αποδείχθηκε απολύτως λογική και ευνόητη.

Αυτό μπορεί να αποδειχθεί πειστικά από την αντίθεση μεταξύ της εννεύρωσης της καρδιάς, δηλαδή του «κέντρου», και των αιμοφόρων αγγείων και των μυών, δηλαδή «της περιφέρειας». Το παρασυμπαθητικό νευρικό σύστημα διαστέλλει τα αιμοφόρα αγγεία, βελτιώνοντας έτσι τη ροή του αίματος προς την περιφέρεια και επιβραδύνοντας την καρδιακή δραστηριότητα. Το συμπαθητικό νευρικό σύστημα συστέλλει τα περιφερειακά αιμοφόρα αγγεία, παρεμποδίζοντας έτσι τη ροή του αίματος προς την περιφέρεια και διεγείροντας τη δραστηριότητα της καρδιάς. Από την άποψη του οργανισμού συνολικά, η αντίθεση στην επίδραση της εννεύρωσης είναι κατανοητή επειδή σε κατάσταση άγχους, η καρδιά πρέπει να υπερβεί την αναστολή της περιφέρειας, ενώ σε κατάσταση ηδονής, μπορεί να λειτουργεί ήρεμα και αργά. Διαπιστώνουμε ότι υπάρχει μια λειτουργική αντίθεση μεταξύ περιφέρειας και κέντρου.

SEL-262A GRK

Διάγραμμα β: Οι ίδιες λειτουργίες του διαγράμματος α σε έναν θωρακισμένο οργανισμό. Η αναστολή της πρωτογενούς ορμής παράγει δευτερογενή παρόρμηση και άγχος.

SEL-262B GRK

Διάγραμμα γ: Ενότητα και αντίθεση του αυτόνομου νευρικού συστήματος.

Η λειτουργία του συμπαθητικού σε κατάσταση άγχους γίνεται συνεπής και αποκτά νόημα όταν αναλογιστούμε ότι το ίδιο νεύρο που αναστέλλει τους σιελογόνους αδένες διεγείρει την έκκριση των επινεφριδίων (δηλαδή δημιουργεί άγχος). Το ίδιο ισχύει και στην περίπτωση της ουροδόχου κύστης. Το συμπαθητικό νευρικό σύστημα διεγείρει τον μυ που εμποδίζει την ούρηση. Το παρασυμπαθητικό νευρικό σύστημα επιδρά κατά τον αντίθετο τρόπο, χαλαρώνοντας ή αναστέλλοντας τον ίδιο μυ. Από την άποψη του οργανισμού συνολικά, είναι επίσης σημαντικό να στενεύει η κόρη (μύση) των οφθαλμών (αντίστοιχα με το διάφραγμα μιας φωτογραφικής μηχανής) υπό την επίδραση του παρασυμπαθητικού κατά την ηδονή, οξύνοντας έτσι την όραση. Στη νευρική παράλυση από την άλλη μεριά, η όραση μειώνεται, λόγω διαστολής της κόρης (μυδρίαση).

Η αναγωγή της εννεύρωσης του αυτόνομου νευρικού συστήματος στις βασικές βιολογικές λειτουργίες της διαστολής και της συστολής του συνολικού οργανισμού ήταν φυσικά ένα σημαντικό βήμα προς τα εμπρός, και ταυτόχρονα μια καλή δοκιμασία της βασιμότητας της βιολογικής μου υπόθεσης. Σύμφωνα με αυτήν, το παρασυμπαθητικό νευρικό σύστημα διεγείρει τα όργανα, είτε για να τα φέρει σε ένταση είτε για να προκαλέσει χαλάρωση, πάντα όμως όταν ο οργανισμός βρίσκεται συνολικά σε κατάσταση ηδονικής διαστολής. Από την άλλη μεριά, το συμπαθητικό νευρικό σύστημα διεγείρει τα όργανα με τρόπο βιολογικά σημαντικό, όταν ο οργανισμός συνολικά βρίσκεται σε κατάσταση αγχώδους συστολής. Αυτή η άποψη μας βοηθά να κατανοήσουμε τη διεργασία της ζωής, ιδιαίτερα την αναπνοή, ως κατάσταση διαρκούς ταλάντωσης, κατά την οποία ο οργανισμός εναλλάσσεται συνεχώς μεταξύ παρασυμπαθητικής διαστολής (εκπνοή) και συμπαθητικής συστολής (εισπνοή). Κάνοντας αυτές τις θεωρητικές επαγωγές, φανταζόμουν τη ρυθμική κίνηση μιας αμοιβάδας, μιας μέδουσας ή της καρδιάς ενός ζώου. Η λειτουργία της αναπνοής είναι ιδιαίτερα πολύπλοκη για να περιγραφεί εδώ υπό το φως των νέων ανακαλύψεων.

SEL-264 GRK 

Η ροή του πρωτοπλάσματος στην αμοιβάδα κατά τη διαστολή και κατά τη συστολή.

Αν η βιολογική ταλάντωση διαταραχθεί είτε κατά τη μία είτε κατά την άλλη κατεύθυνση, αν δηλαδή επικρατήσει είτε η λειτουργία της διαστολής είτε η λειτουργία της συστολής, τότε πρέπει να υπάρχει αντίστοιχη διαταραχή και στη γενική βιολογική ισορροπία του οργανισμού. Κυριαρχία της κατάστασης διαστολής υποδηλώνει γενική παρασυμπαθητικοτονία. Αντιστρόφως, κυριαρχία της αγχώδους συστολής υποδηλώνει συμπαθητικοτονία. Υπό αυτή την έννοια, όλες οι σωματικές διαταραχές, οι οποίες κλινικά είναι γνωστές ως καρδιαγγειακή υπέρταση, μπορούν να θεωρηθούν καταστάσεις χρόνιου συμπαθητικοτονικού άγχους. Κεντρική σημασία στη γενική συμπαθητικοτονία παίζει το άγχος οργασμού, δηλαδή ο φόβος διαστολής και ακούσιων σπασμών.

Στη βιβλιογραφία της φυσιολογίας υπάρχουν πολλές αναφορές ερευνών και ανακαλύψεων σχετικά με τα πολύμορφα ζητήματα της εννεύρωσης του αυτόνομου νευρικού συστήματος. Αρχικά, η θεωρία μου περί σεξουαλικής οικονομίας διακρίθηκε όχι επειδή είχα ανακαλύψει νέα στοιχεία στον τομέα αυτό, αλλά επειδή είχα αναγάγει γνωστές γενικά περιπτώσεις εννεύρωσης σε έναν βασικό βιολογικό κανόνα με καθολική ισχύ. Η θεωρία του οργασμού μπορούσε να υπερηφανεύεται ότι είχε συμβάλει σημαντικά στην κατανόηση της φυσιολογίας του οργανισμού. Αυτή η ενοποίηση οδήγησε στην ανακάλυψη νέων στοιχείων.

[1] στμ: Εννεύρωση: Ο ερεθισμός ενός σωματικού οργάνου ή μέρους με νευρικούς παλμούς. (Διαδικτυακή πηγή: Collins dictionaries, http://www.collinsdictionary.com, 27/8/2014.)

[2] στεε: Δεν υπάρχει παρασυμπαθητική εννεύρωση των ανορθωτήρων μυών των τριχοθυλακίων.

[3] στεε: Οι νεφροί δεν ανήκουν στο πεπτικό σύστημα αλλά μαζί με τους ουρητήρες, την ουροδόχο κύστη και την ουρήθρα αποτελούν το ουροποιητικό σύστημα.

[4] στεε: Προκαλεί χάλαση του εξωστήρα μυός, σύσπαση του τριγώνου και του έσω σφιγκτήρα της κύστης.

[5] στεε: Προκαλεί σύσπαση του εξωτήρα μυός και χάλαση του τριγώνου και του έσω σφιγκτήρα της κύστης.

[6] Βλ. Ράιχ, Η μαζική ψυχολογία του φασισμού, Εκδόσεις Μπουκουμάνη.