Απόσπασμα από το βιβλίο του Βίλχελμ Ράιχ Ο συσσωρευτής οργονικής ενέργειας: Η επιστημονική και ιατρική του χρήση, εκδ. Ρέω, σσ. 31-45

Η αρχέγονη κοσμική ενέργεια, που ονομάστηκε ΚΟΣΜΙΚΗ ΟΡΓΟΝΙΚΗ ΕΝΕΡΓΕΙΑ, ανακαλύφθηκε μεταξύ 1936 και 1939 στη Νορβηγία. Η ανακάλυψη τεκμηριώθηκε περισσότερο μετά από έρευνες που έγιναν το 1940 στην πολιτεία Μέιν των Ηνωμένων Πολιτειών. Προέκυψε, λοιπόν, ως αποτέλεσμα εκτεταμένων γενικότερων φυσικών μελετών, αλλά και ειδικότερων, στο πεδίο της ανθρώπινης βιοενεργειακής λειτουργικότητας, οι οποίες διήρ­κεσαν περί τα 20 χρόνια. Ο επιστήμονας που την ανακάλυψε, ήταν ο γιατρός Βίλχελμ Ράιχ.

Από το 1940 και μετέπειτα, στα πλαίσια της ανακάλυψης της κοσμικής οργονικής ενέργειας, αναπτύχθηκε σταδιακά ένας επιστημονικός οργανισμός ο οποίος περιλαμβάνει γιατρούς, ψυχιάτρους, φυσικούς, βιολόγους, εκπαιδευτικούς, κοινωνικούς λειτουργούς, καθώς και θυγατρικά ιδρύματα σε αρκετές χώρες.

Η επαναστατική αυτή ανακάλυψη διαδόθηκε μόνη της. Η βραδεία διάδοσή της στην κοινή γνώμη οφείλεται στο γεγονός ότι από την αρχή ακολουθήθηκε μια πολιτική που χαρακτηρίζεται από τη φράση:

«Η ΚΑΛΥΤΕΡΗ ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ ΕΙΝΑΙ Η ΜΗ ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ»

Αν και είναι γνωστή, αποδεκτή, και θεωρείται εξαιρετικής σημασίας από συγκεκριμένους ακαδημαϊκούς κύκλους πολλών χωρών, η ανακάλυψη της κοσμικής ενέργειας παρέμενε μέχρι πρότινος άγνωστη στο πλατύ κοινό. Δεν παρουσιάστηκε ξαφνικά στην κοινή γνώμη, σαν κομήτης. Σε συμφωνία με τις βιοενεργειακές της λειτουργίες, η διεισδυτικότητά της έμοιαζε περισσότερο με την αργή ανάπτυξη ενός δένδρου, παρά με την εκτυφλωτική λάμψη μιας ξαφνικής αστραπής. Από την άλλη μεριά, δεν εξαφανίστηκε από τα μάτια του κοινού, όπως κάθε τι που εμφανίζεται και χάνεται σαν κομήτης. Ήρθε για να μείνει.

[…]

Υπήρχαν αρκετοί και ιδιαίτερα σοβαροί λόγοι, που επέβαλαν να μην ακολουθήσουμε την πεπατημένη και να μην γνωστοποιήσουμε απότομα την ανακάλυψη στο ευρύ κοινό:

Πρώτον, τα γεγονότα εξελίσσονταν ταχύτατα και ήταν αδύνατον να ελεγχθούν πλήρως και σωστά από τόσο λίγους ανθρώπους.

Δεύτερον, κάθε νέο στοιχείο στο οποίο κατέληγε ο ερευνητής της οργονομίας έμοιαζε να αντιβαίνει με τις πιο αγαπητές και μακροβιότερες επιστημονικές αντιλήψεις, όπως, για παράδειγμα, με τη θεωρία περί «μικροβίων του αέρα» της μικροβιολογίας· με τη θεωρία περί «στατικού ηλεκτρισμού» της φυσικής· με τη θεωρία περί «κυμάτων θερμότητας» της μετεωρολογίας· με τη θεωρία περί «κοσμικής ακτινοβολίας» που υποτίθεται ότι καταφθάνει σε μας προερχόμενη από το απώτατο «κενό διάστημα»· με την άποψη ότι η πολυμορφικότητα της λειτουρ­γίας της αυθόρμητης αποφόρτισης του ηλεκτροσκοπίου οφείλεται «απλώς» σε μια ακατανόητη «φυσική διαρροή»· με τον Δεύτερο νόμο της Θερμοδυναμικής και την εντροπία του· με τη θεωρία περί ατόμων και των υποσωματιδίων τους ως πρωταρχικών συστατικών του σύμπαντος· με το μεγάλο δέος που κυριαρχεί σε κάθε σκέψη περί ύπαρξης μιας συγκεκριμένης, μετρήσιμης και εκμεταλλεύσιμης ενέργειας της ζωής, όπως αποκαλύφθηκε από τις σαφέστατες μικροσκοπικές παρατηρήσεις, από τις οποίες αφενός καταδείχθηκε η φυσική οργάνωση των μονοκύτταρων οργανισμών από την αποσύνθεση ιστού ή ακόμα και από την ελεύθερη οργονική ενέργεια που υπάρχει σε παγωμένο, υψηλά φορτισμένο νερό (Πείραμα ΧΧ), και αφετέρου καταρρίφθηκαν κεντρικές απόψεις της σύγχρονης βιολογίας. Και πολλά, πάρα πολλά παρόμοια φαινόμενα, καθένα με κοσμικές διαστάσεις.

Τρίτον, έμοιαζε δύσκολο να απαντηθεί το ακρογωνιαίο ερώτημα: γιατί κανείς ανάμεσα σε τόσες χιλιάδες έμπειρους, ευσυνείδητους και σκληρά εργαζόμενους επιστήμονες, δεν πρόσεξε ποτέ, έστω τυχαία, κάποια από τις πολυάριθμες αλληλένδετες σχέσεις όλων αυτών των φαινομένων και παρατηρήσεων, που αποδείκνυαν την ύπαρξη μιας ορατής, μετρήσιμης, εύχρηστης, και πανταχού παρούσας κοσμικής ενέργειας.

Τέταρτον, η συγκινησιακή αντίδραση ορισμένων ομάδων, τόσο απλών ανθρώπων όσο και επιστημόνων, απέναντι στην ανακάλυψη, ήταν τόσο εχθρική, ώστε κατέστησε αναγκαίο να κατανοήσουμε, και στη συνέχεια να αντιμετωπίσουμε, αυτήν την εχθρότητα.

Πέμπτον, κάθε επιπλέον έτος επίπονης διερεύνησης των λειτουργιών που είχαν μόλις ανακαλυφθεί, έκανε τους βασικούς νόμους απλούστερους, αλλά ταυτοχρόνως και τις δια­στάσεις της ανακάλυψης τρομακτικές. Έπρεπε να περιοριστεί κανείς σε μικρούς τομείς των λειτουργιών της οργονικής ενέργειας και να προχωρεί πολύ σιγά και προσεκτικά. Ένα μεγάλο άνοιγμα στη δημοσιότητα θα επιβάρυνε τους λιγοστούς οργονομιστές με έναν καταιγισμό επιχειρημάτων και αντεπιχειρημάτων, με τις επιμέρους λεπτομέρειες να παραμένουν ανεξερεύνητες, ενώ ταυτόχρονα θα ξέσπαγε μία τεραστίων διαστάσεων δημόσια διαμάχη, η οποία —χωρίς αμφιβολία— θα στραγγάλιζε έως εξαφανίσεως το ερευνητικό έργο.

Ας σταματήσουμε σε αυτό το σημείο. Τα επιχειρήματα να μην ακολουθήσουμε την πεπατημένη με αναγγελίες ανακαλύ­ψεων είναι αρκετά και έχουν βαρύνουσα σημασία. Παρόλο που η μη δημοσιοποίηση εμπεριείχε και αυτή κινδύνους, εξαιτίας των υποψιών που γέννησε («γιατί δεν σας αναφέρουν οι εφημερίδες», ή «ο τάδε φυσικός δεν έχει ακούσει ποτέ για σας»), ήταν ωστόσο επιβεβλημένη.

Πάντως, τα βασικά ευρήματα είχαν ήδη γνωστοποιηθεί από το 1938 με συνεχείς δημοσιεύσεις, οι οποίες είναι διαθέσιμες σε πολλές βιβλιοθήκες ανά τον κόσμο, αλλά εκτιμήθηκαν ελάχιστα από όσους διαμορφώνουν την κοινή γνώμη.

Η κατάσταση άρχισε να αλλάζει καθώς οξύνθηκε η παγκόσμια κρίση και εξαπλώθηκε σε όλη την υφήλιο. Με τον πυρηνικό πόλεμο να επικρέμεται, και με τη γνώση των βιοενεργειακών αποτελεσμάτων της οργονικής ενέργειας που είχαμε στη διάθεσή μας, αποφασίσαμε να προχωρήσουμε με γρηγορότερο ρυθμό, αλλά χωρίς βιασύνη. Μετά το 1940, όλο και περισσότεροι μάθαιναν για την οργονική ενέργεια σε πολλές χώρες και, επομένως, φαινόταν, πλέον, να έχουμε τη δυνατότητα να αντιμετωπίσουμε το αυξανόμενο ενδιαφέρον εντείνοντας την προσπάθεια διάδοσης των νέων δεδομένων.

3. Τι είναι η ενέργεια της ζωής και ποια είναι η σχέση της με την κοσμική ενέργεια;

Υπάρχουν πολλοί φυσικοί φιλόσοφοι και επιστήμονες, οι οποίοι, εδώ και αρκετό καιρό, υποθέτουν θεωρητικά την ύπαρξη μιας ειδικής μορφής ενέργειας που διέπει και συντηρεί τη ζωη. Ο Βίλχελμ Ράιχ κατάφερε να συνδέσει γνωστά φαινόμενα και να ανακαλύψει νέα στοιχεία, τα οποία συνδύασε με τα γνωστά, και με τέτοιο τρόπο ώστε η ύπαρξη της ειδικής ενέργειας της ζωής να αποδειχθεί, και να καταστεί μετρήσιμη και χρησιμοποιήσιμη. «οργονικη ενεργεια» είναι το όνομα που έδωσε ο Βίλχελμ Ράιχ σε αυτήν την ειδική μορφή ενέργειας που ΕΜΠΕΡΙΕΧΕΤΑΙ στον έμβιο οργανισμό. Η ύπαρξή της εξω από τον ζωντανό οργανισμό, δηλαδή στην ατμόσφαιρα, έχει επίσης αποδειχθεί. Απεδείχθη, επίσης, ότι η ενέργεια (της ζωής) στο ΕΣΩΤΕΡΙΚΟ του οργανισμού προέρχεται από την εξωτερικη οργονική ενέργεια της ατμόσφαιρας, κάτι που είναι αρκετά λογικό, εφόσον τίποτα δεν μπορεί να υπάρξει στο εσωτερικό του ζωντανού οργανισμού χωρίς προηγουμένως να υπάρξει στο περιβάλλον του.

4. Ποια ακριβώς είναι τα στοιχεία που αποδεικνύουν την ύπαρξη αυτής της κοσμικής ενέργειας της ζωής;

Για να κατανοήσουμε πολλά από τα ήδη γνωστά στοιχεία και φαινόμενα που σχετίζονται με την ύπαρξη μιας ειδικής ενέργειας της ζωής, είναι αναγκαίο να εγκαταλείψουμε ορισμένες επιστημονικές παρανοήσεις:

Το οργονοενεργειακό περίβλημα της Γης (οργονόσφαιρα)

Όλοι μας έχουμε παρατηρήσει το κυματοειδές τρεμόσβημα της ατμόσφαιρας ακριβώς πάνω από την επιφάνεια του εδάφους, πάνω από τις κορυφές των βουνών, στα οδοστρώματα, στις λίμνες, στη θάλασσα, κτλ. Αυτά τα κυματοειδή φαινόμενα συνήθως ονομάζονται «κύματα θερμότητας». Όμως, δεν έχουν καμία σχέση με τη «ζέστη». Η ζέστη είναι υποκειμενικό αίσθημα, κι όχι ενέργεια, ούτε ένα αντικειμενικό γεγονός. Αντικειμενική είναι μόνο η διαστολή του υδραργύρου στο θερμόμετρο. Ο θερμός αέρας ανέρχεται, ωστόσο τα κύματα που διακρίνονται πάνω από τις κορυφές των βουνών δεν ανεβαίνουν, αλλά κατά τις ημέρες που η ατμόσφαιρα έχει διαύγεια φαίνονται να μετακινούνται εκ δυσμών προς ανατολάς με φορά ίδια με τη φορά περιστροφής της Γης. Είναι προφανές ότι κινούνται γρηγορότερα από την υδρόγειο, αλλιώς δεν θα ήταν δυνατόν να παρατηρήσουμε την κίνησή τους. Αν αυτά τα κύματα ήταν «θερμότητα», θα έπρεπε να είναι πάντοτε ορατά κατά τις «θερμές» ημέρες και να εξαφανίζονται κατά τις «ψυχρές». Δεν συμβαίνει όμως κάτι τέτοιο. Μπορεί κανείς να παρατηρήσει τα «κύματα θερμότητας» στις κορυφές των ψηλών βουνών με τη βοήθεια τηλεσκοπίου, ακόμα και σε θερμοκρασία 30ο υπό το μηδέν. Διαπιστώνει, επίσης, ότι εξαφανίζονται, ακόμα και τις ζεστές καλοκαιρινές ημέρες, πριν από ισχυρές βροχές ή καταιγίδες. Κατά συνέπεια, αυτά τα κύματα δεν έχουν καμία σχέση με τη «θερμότητα». «Κάτι» κινείται κυματοειδώς εκ δυσμών προς ανατολάς. Δεν μπορεί να είναι αέρας, διότι ο αέρας δεν είναι ορατός. Κανείς δεν μπορεί να δει μια πνοή ανέμου να κινείται, ακόμα κι αν τρέχει με 100 χιλιόμετρα την ώρα. Επιπλέον, τα κύματα στα οποία αναφερόμεθα συνήθως κινούνται εκ δυσμών προς ανατολάς, ενώ ο άνεμος μπορεί να φυσά από οποιαδήποτε κατεύθυνση. Είναι πιο πιθανό, οι άνεμοι και οι καταιγίδες της ατμόσφαιρας να οφείλονται στη μετατόπιση της ατμοσφαιρικής ενέργειας, και όχι το αντίστροφο. Τέλος, τα «κύματα θερμότητας» του μετεωρολόγου είναι το ίδιο πράγμα με τα επόμενα φαινόμενα:

Συσκευή οπτικής παρατήρησης της οργονικής ενέργειας.

Η «κακή ορατότητα»

του αστρονόμου. Οι αστρονόμοι ταλαιπωρούνται πάρα πολύ κατά την παρατήρηση των άστρων από το φαινόμενο που αποκαλείται «κακή ορατότητα». Τα περιγράμματα των άστρων αλλοιώ­νονται πολύ από το κυματιστό τρεμόσβημα της ατμόσφαιρας. Τελευταία έχουν γίνει απόπειρες να εξαλειφθεί αυτή η «κακή ορατότητα», η οποία —σύμφωνα με την άποψή μας— είναι εκδήλωση της «ατμοσφαιρικής οργονικής ενέργειας», δηλαδή εκείνης της φυσικής οντότητας που μελετά θεωρητικά και πρακτικά η οργονομία.

Διάταξη για τη μέτρηση της οργονοτικής διαφοράς θερμοκρασίας, με την οποία παράλληλα καταγράφεται καθημερινά η οργονική ένταση της ατμόσφαιρας.

Ο «στατικός ηλεκτρισμός»

Η ηλεκτροφυσική αποκαλεί την ατμοσφαιρική ενέργεια «στατικο ηλεκτρισμο». Όσοι παρακολουθούν ραδιόφωνο γνωρίζουν τα παράσιτα που ακούγονται, ειδικά πριν και κατά τη διάρκεια καταιγίδας. Επίσης, είναι ιδιαίτερα ενοχλητικό το τίναγμα που αισθάνεται κάποιος αν ακουμπήσει τη μεταλλική επιφάνεια του αυτοκινήτου του όταν ο καιρός είναι ξηρός. Ο πιλότος, γνωρίζει πολύ καλά τα στατικά φορτία που δημιουργούνται στις άκρες των φτερών του αεροπλάνου και τους κινδύνους που εγκυμονούν. Έχουν εφευρεθεί συσκευές που εξαλείφουν αυτά τα φορτία. Ενώ λοιπόν είναι γνωστό ότι ο αέρας είναι γεμάτος «παράσιτα» και ότι η εκκένωση που δημιουργείται από μια αστραπή ισοδυναμεί με διαφορά δυναμικού εκατομμυρίων volt και ότι εκφορτίζονται τεράστια ποσά ενέργειας, ταυτοχρόνως είναι παραδεκτό ότι ο αέρας είναι ελευθεροσ από ηλεκτρισμό. Διαφορετικά δεν θα μπορούσε να είναι καλός μονωτής του ηλεκτρισμού, γεγονός που είναι γνωστό σε κάθε ηλεκτρολόγο. Πώς είναι δυνατόν να είναι ο αέρας ταυτοχρόνως πληρησ και ελευθεροσ από ενέργεια; Αυτό είναι αδύνατον σύμφωνα με τη θεωρία του ηλεκτρισμού. Συνεπώς, δεν είναι μόνο δυνατό αλλά είναι και αναγκαίο να δεχθούμε ότι ο «στατικός ηλεκτρισμός» δεν είναι η ίδια μορφή ενέργειας με εκείνη που δημιουργείται όταν μετακινούμε σύρματα σε μαγνητικά πεδία, δηλαδή με τον λεγόμενο γαλβανικό ηλεκτρισμό. ο «στατικοσ ηλεκτρισμοσ» είναι μια από τις εκδηλωσεισ της οργονικησ ενεργειασ της ατμοσφαιρασ. Αυτή η μορφή ενέργειας, διαφεύγει μέχρι σήμερα της προσοχής της επιστήμης της ηλεκτροφυσικής, διότι δεν είναι ηλεκτρισμός. Διέπεται από τελείως διαφορετικούς νόμους και αποτελεί, με κάποιον τρόπο που δεν είναι ακόμα κατανοητός, την πηγή της ηλεκτρικής και της μαγνητικής ενέργειας.

Το γαλάζιο χρώμα του ουρανού

γαλαζιο είναι το χρωμα της οργονικησ ενεργειασ ειτε βρισκεται στον οργανισμο, ειτε βρισκεται στο περιβαλλον. Σύμφωνα με την κλασική φυσική, το γαλάζιο χρώμα του ουρανού εξηγείται από το γεγονός ότι το ορατό φως, καθώς διέρχεται από την ατμόσφαιρα, αναλύεται, και το γαλάζιο τμήμα του σκεδάζεται περισσότερο από τα άλλα χρώματα, προς τη μεριά του επίγειου παρατηρητή. Ωστόσο, είναι επίσης γεγονός, ότι γαλάζιο είναι το χρώμα που παρατηρείται σε όλες τις λειτουργίες που σχετίζονται είτε με την κοσμική ή ατμοσφαιρική, είτε με την οργανισμική οργονική ενέργεια.

Το πρωτόπλασμα κάθε είδους, σε κάθε κύτταρο ή βακτηρίδιο, έχει χρώμα γαλάζιο. Γενικά, το φαινόμενο θεωρείται αποτέλεσμα της «διάθλασης» του φωτός, άποψη όμως λανθασμένη εφόσον το ίδιο κύτταρο, υπό τις ίδιες συνθήκες φωτεινότητας, χάνει το γαλάζιο χρώμα του όταν πεθαίνει.

Τα σύννεφα της καταιγίδας, έχουν βαθύ γαλάζιο χρώμα, εξαιτίας των υψηλών οργονικών φορτίων που περιέχονται στις αιωρούμενες μάζες του νερού.

Ένα απολύτως σκοτεινό δωμάτιο, εάν επενδυθεί με φύλλα λαμαρίνας (μετατρεπόμενο έτσι στο αποκαλούμενο «οργονικό δωμάτιο») παύει να είναι σκοτεινό, δηλαδή να μην έχει καμία φωτεινότητα, και γίνεται γαλάζιο ή γκριζογάλαζο. Η οργονική ενέργεια φωτοβολεί αυθόρμητα: «φωταυγεί».

Το νερό στις βαθιές λίμνες και στον ωκεανό έχει γαλάζιο χρώμα.

Το ξύλο που βρίσκεται σε αποσύνθεση φωτοβολεί με χρώμα γαλάζιο· το ίδιο χρώμα έχουν οι ουρές των πυγολαμπίδων, η φωτιά του Αγίου Έλμου και το βόρειο σέλας.

Η φωταύγεια στις φορτισμένες με οργονική ενέργεια λυ­χνίες (σωλήνες) κενού είναι γαλάζια. (Βλ. εικόνα στην αρχική σελίδα του ιστότοπου.)

Το σκοτεινό δωμάτιο παρατήρησης της οργονικής ενέργειας, με τη μεταλλική επένδυση στους τοίχους.

Αλλαγή μορφής

Στη φυσική της κατάσταση, ή όπως φαίνεται στο σκοτεινό οργονικό δωμάτιο, η οργονική ενέργεια παίρνει τη μορφή μιας βραδέως κινούμενης ομίχλης, είναι δηλαδή λιγότερο ή περισσότερο ομοιόμορφα κατανεμημένη, με διαρκώς μεταβαλλόμενες συγκεντρώσεις που μοιάζουν με νήματα. Αν διεγερθεί από κάποια αιτία —για παράδειγμα, από την παρουσία ζωντανών οργανισμών ή από ηλεκτρομαγνητική ενέργεια— αυξάνεται η πυκνότητα και η ταχύτητα κίνησης των συγκεντρώσεων, και στο απολύτως σκοτεινό δωμάτιο εμφανίζονται ως έντονες ακτίνες που μετατρέπονται κατόπιν σε λαμπρές, ταχύτατα κινούμενες, κιτρινωπές σπίθες.

Καθολικότητα

Δεν υπάρχει γνωστός τρόπος να περιορίσουμε την οργονική ενέργεια, δηλαδή να απομονώσουμε μια ποσότητα από τον υπόλοιπο ωκεανό της κοσμικής οργονικής ενέργειας. Η οργονική ενέργεια διεισδύει παντού με διαφορετική ταχύτητα. Είναι πανταχού παρούσα, με διαφορές μόνο ως προς την πυκνότητα ή τη συγκέντρωσή της. Οι συσσωρευτές οργονικής ενέργειας λειτουργούν παντού.

Απορρόφηση και ανάκλαση

Κάθε ουσία που είναι καλός μονωτής της ηλεκτρικής ενέργειας ή, πράγμα που είναι το ίδιο, κακός αγωγός του ηλεκτρισμού, είναι καλός απορροφητής οργονικής ενέργειας. Από την άλλη μεριά, τα μέταλλα δεν συγκρατούν την οργονική ενέργεια αλλά την απωθούν αμέσως αφού την ελκύσουν. Αυτό μπορεί να αποδειχθεί με συγκεκριμένες πειραματικές διατάξεις.

Οι ιδιότητες της ατμοσφαιρικής οργονικής ενέργειας που ήδη περιγράφηκαν, δηλαδή η καθολικότητα, η απορροφητικότητα από τη μη μεταλλική ύλη και η ανάκλαση από τη μεταλλική, είναι οι βασικές αρχές στις οποίες βασίζεται η κατασκευή του συσσωρευτή οργόνης.

Ο πρώτος εικοσάστρωμος συσσωρευτής οργονικής ενέργειας που κατασκευάστηκε.