Oι απόψεις των αρθρογράφων δεν αντικατοπτρίζουν απαραίτητα τις απόψεις της συντακτικής ομάδας.
Το Αμερικανικό Κολέγιο Οργονομίας (ΑΚΟ) επισημαίνει στην ιστοσελίδα του, αναφερόμενο στην Οργονομία στην Ευρώπη, ότι αναγνωρίζει, προφανώς ως επαρκείς, συγκεκριμένους μόνο γιατρούς οι οποίοι ασκούν την ιατρική Οργονομία στην Ευρώπη. Οι γιατροί αυτοί, ως έμπειρες και σε ικανοποιητικό βαθμό χαρακτηρολογικά αναδομημένες προσωπικότητες και, επιπλέον, εξαιτίας του γεγονότος ότι συμμετέχουν στο δια βίου συνεχιζόμενο εκπαιδευτικό πρόγραμμα του ΑΚΟ —το οποίο περιλαμβάνει ενεργή συμμετοχή σε κλινικά σεμινάρια, επίβλεψη των ασθενών τους από εμπειρότερους οργονοθεραπευτές και, το σημαντικότερο, υποχρεώνει σε αδιάλειπτη προσωπική θεραπεία— αποτελούν εγγύηση για την ασφαλή και ταυτόχρονα αποτελεσματική εφαρμογή της ψυχιατρικής οργονοθεραπείας. Το Κολέγιο αναγνωρίζει ΜΟΝΟ αυτούς ως γιατρούς οργονοθεραπευτές. Η επισήμανση αυτή του Κολεγίου οδηγεί αυτονόητα στο συμπέρασμα ότι όποιος δεν συμμετέχει ανελλιπώς στο εκπαιδευτικό του πρόγραμμα, δεν μπορεί να θεωρηθεί (εννοείται από το Κολέγιο και μόνο από αυτό), ως επαρκής γιατρός οργονομιστής. Ως εκ τούτου οι ασθενείς που θα τον εμπιστευτούν, θα πρέπει να αναλάβουν και την ευθύνη της επιλογής τους γιατί, πάλι σύμφωνα με την άρρητη μεν αλλά εμμέσως πλην σαφώς υπονοουμένη λογική του Κολεγίου, είναι πολύ πιθανόν να εκθέσουν τον εαυτό τους στον κίνδυνο να επιδεινωθεί η ψυχική τους υγεία.
Επίσης, σύμφωνα πάντα με τη λογική αυτή, όσοι γιατροί αποχώρησαν από το ΑΚΟ[1] ή όσοι, ενώ ήταν συνεργάτες και μαθητές του Ράιχ επέλεξαν να μην ενταχθούν στο Κολέγιο (οι γιατροί Ράφαελ, Σόμπεϊ, Κοτ, Τροπ, Λιβάιν, Λόουεν κ.ά.) αλλά να λειτουργήσουν αυτόνομα και όχι πάντα μέσα στον χώρο της Οργονομίας, δεν αναγνωρίζονται ή αντίστοιχα δεν αναγνωρίστηκαν ποτέ δημόσια από το ΑΚΟ ως επαρκείς οργονοθεραπευτές. Κάποιοι από αυτούς, πράγματι, σταδιακά είτε αποστασιοποιήθηκαν από την Οργονομία είτε την μετάλλαξαν διαστρεβλωμένα και έτσι στη δική τους περίπτωση η στάση του Κολεγίου να μην τους αναγνωρίζει ως γιατρούς οργονομιστές σαφώς και δικαιώνεται. Είναι αναφαίρετο δικαίωμα του ΑΚΟ να καθορίζει τα δικά του κριτήρια επάρκειας και εγκυρότητας αναφορικά με την εκπαίδευση οργονοθεραπευτών. Άλλωστε, πώς μπορεί να εγγυηθεί την επάρκεια των αυτοαποκαλούμενων οργονοθεραπευτών που είτε δεν τους γνωρίζει είτε αγνοεί την εξέλιξη και τη δουλειά τους. Το ίδιο βέβαια ισχύει και αντίστροφα. Ποιος μπορεί να χαρακτηρίσει είτε ως επαρκή είτε, και το αντίστροφο, ως πλημμελή την εκπαίδευση που παρέχει το ΑΚΟ, όταν την αγνοεί, και να εγγυηθεί για την επάρκεια των οργονοθεραπευτών του; Έτσι, η τοποθέτηση αυτή του Κολεγίου, ότι δηλαδή αναγνωρίζει ως επαρκείς οργονοθεραπευτές μόνο όσους συμμετέχουν στο δικό του εκπαιδευτικό πρόγραμμα, ενώ διαθέτει λογικότητα και συνοχή, ωστόσο, είναι μονομερής και δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως το μοναδικό κριτήριο αξιολόγησης της επάρκειας τόσο των εντός όσο και των εκτός Κολεγίου οργονοθεραπευτών. Ας δούμε λοιπόν το σκεπτικό αυτής της τοποθέτησης από μια λίγο διαφορετική οπτική και ας σταθούμε κριτικά απέναντί της.
Η όλη συλλογιστική της επισήμανσης του ΑΚΟ βασίζεται στη βεβαιότητά του ότι το ίδιο αποτελεί τον θεματοφύλακα, ερμηνευτή και εγγυητή της «ορθοδοξίας» της Οργονομίας και τον μοναδικό έγκυρο θεσμό εκπαίδευσης επαρκών οργονοθεραπευτών. Έτσι, όλοι οι γιατροί με τους οποίους ο Ράιχ συνεργαζόταν και συμμετείχαν στα κλινικά του σεμινάρια ή αρθρογραφούσαν στα περιοδικά που εξέδιδε, δεν αναγνωρίστηκαν αυτόματα, αυτονόητα και δημόσια από το ΑΚΟ ως επαρκείς οργονοθεραπευτές (π.χ. Ράφαελ) από τη στιγμή που δεν εντάχθηκαν στη δύναμή του. Επίσης, οι γιατροί που εκπαιδεύτηκαν ή εκπαιδεύονται στην ιατρική οργονοθεραπεία από άλλον εκπαιδευτικό οργανισμό (π.χ. IOS), δεν αναγνωρίζονται ως επαρκείς οργονοθεραπευτές. Τέλος, οι γιατροί εκείνοι που συμμετείχαν στο εκπαιδευτικό του πρόγραμμα, και επομένως αναγνωρίζονταν αυτόματα ως επαρκείς οργονοθεραπευτές, έπαψαν το ίδιο αυτόματα να θεωρούνται «αναγνωρισμένοι οργονοθεραπευτές» μόλις διέκοψαν για οποιονδήποτε λόγο τη συνεργασία τους με το Κολέγιο.
Δεν μπορεί κανείς να μην αναγνωρίσει τις σημαντικές υπηρεσίες που προσέφερε και συνεχίζει να προσφέρει το ΑΚΟ στην υπόθεση της διάσωσης και διάδοσης της Οργονομίας και του πολυσύνθετου έργου του Ράιχ. Πιστεύω και ελπίζω ότι το ίδιο θα συνεχίσει να κάνει και στο μέλλον. Είναι ένδειξη μικροπρέπειας και εμπάθειας αλλά επίσης δείχνει και έλλειψη διορατικότητας να μην αναγνωρίζεται η μοναδική συμβολή και προσφορά του ίδιου του Μπέικερ στον ανηφορικό και δύσβατο δρόμο της διατήρησης της οργονομικής γνώσης γενικότερα και της ψυχιατρικής οργονοθεραπείας ειδικότερα. Όπως είναι επίσης ένδειξη υστερόβουλης στάσης η αντιδραστική πολεμική και η κακοπροαίρετη και άδικη κριτική εναντίον του ΑΚΟ το οποίο, κάτω από ιδιαίτερα δυσμενείς συγκυρίες, παρήγαγε έργο και λειτούργησε με την απαιτούμενη σοβαρότητα και υπευθυνότητα που επιβάλλεται από τη θέση του και την ιστορία του στον χώρο της Οργονομίας. Το ίδιο όμως έκαναν και άλλοι, από τη δική τους σκοπιά, με τον δικό τους τρόπο, και πάντα βέβαια μέσα στα πλαίσια των δικών τους δυνατοτήτων και χαρακτηρολογικών περιορισμών: το Ίδρυμα Βίλχελμ Ράιχ, υπό τη διεύθυνση της Μαίρης Μπόιντ Χίγκινς και με τη στήριξη του Τσέστερ Ράφαελ, που επέλεξε για «προσωπικούς λόγους» να μην συνεργαστεί με το ΑΚΟ· το Ινστιτούτο της Επιστήμης της Οργόνης (IOS) υπό τη διεύθυνση του Μόρτον Χέρσκοβιτς, ο οποίος ενώ αρχικά συμπορεύθηκε με το ΑΚΟ στη συνέχεια αποχώρησε από αυτό, καθώς και διάφοροι άλλοι ανεξάρτητοι ερευνητές και μελετητές του Ράιχ ή ορισμένοι οργονοθεραπευτές που κάποια στιγμή και για διάφορους λόγους αποχώρησαν από το Κολέγιο.
Το πρόβλημα εδώ, κατά τη γνώμη μου, είναι ότι το ΑΚΟ επιμένει να συμπεριφέρεται ως ο κορυφαίος εκπαιδευτικός θεσμός στον χώρο της Οργονομίας και αναγνωρίζει μόνο το ίδιο ως έγκυρο εκφραστή και μοναδικό συνεχιστή της κληρονομιάς του Ράιχ. Δείχνει να αδυνατεί να αντιληφθεί ή να παραδεχτεί ότι σε κάποιες περιπτώσεις εκείνο που κυρίως το χωρίζει από ορισμένους επιγόνους του Ράιχ —όχι όλους— είναι οι εγγενείς ασυμβατότητες προσωπικοτήτων, που ενυπάρχουν ακόμα και στους κατά το δυνατόν υγιείς θεραπευτές και τους οδηγούν πολύ συχνά σε διαφοροποιήσεις οι οποίες δεν διαστρεβλώνουν κατ’ ανάγκη την Οργονομία αλλά, αντίθετα, εμπλουτίζουν την κληρονομιά του Ράιχ και ανοίγουν νέες προοπτικές. Οι ασυμβατότητες όμως και η ατελής αποδόμηση της χαρακτηροθωράκισης των οργονοθεραπευτών, τους καθιστούν, ΟΛΟΥΣ ανεξαιρέτως, ακόμα και τους «μεγάλους ηγέτες», επιρρεπείς στο ΛΑΘΟΣ. Επομένως θα ήταν καλό να συνειδητοποιήσουμε και να παραδεχτούμε ότι ο ΚΙΝΔΥΝΟΣ ΤΟΥ ΛΑΘΟΥΣ ενυπάρχει σε ΟΛΟΥΣ τους χώρους, σε ΟΛΟΥΣ τους οργανισμούς και σε ΟΛΟΥΣ τους ανθρώπους. Σε αυτόν μπορεί να υποπέσουν όχι μόνο οι νευρωτικοί αλλά, κάτω από ιδιαίτερες συνθήκες, και οι σχετικά αθωράκιστοι χαρακτήρες σε οποιονδήποτε χώρο και αν λειτουργούν.
Θέλω να τονίσω ότι ασφαλώς και θεωρώ απαραίτητο να οριοθετηθεί με αληθή κριτήρια η γνήσια οργονομική γνώση και η εφαρμογή της από τις ποικίλες διαστρεβλώσεις και τις συχνά παραποιημένες, από τους περιορισμούς της θωράκισης, εκδοχές της. Επίσης, θέλοντας να αποφύγω τις παρανοήσεις, οφείλω να διευκρινίσω ότι πιστεύω πως σαφώς και θα πρέπει να υπάρχουν κριτήρια που να προσδιορίζουν την επάρκεια των οργονοθεραπευτών και να τους διαφοροποιούν από πλήθος άλλων αυτοδίδακτων θεραπευτών ή ατελώς εκπαιδευμένων που ενδέχεται πράγματι να βλάψουν τους ασθενείς τους. Το ζήτημα είναι αφενός ΠΟΙΟΣ καθορίζει αυτά τα κριτήρια, δηλαδή κατά πόσο ο ίδιος έχει την ικανότητα να κάνει κάτι τέτοιο αμερόληπτα και σωστά, απαλλαγμένος από κάθε είδους σκοπιμότητες και προκαταλήψεις, και αφετέρου με ΠΟΙΟΥΣ κανόνες τα καθορίζει.
Έως ότου γίνει κάτι τέτοιο, γιατί είναι προφανές ότι επί του παρόντος αποτελεί όνειρο που το συνθλίβουν οι συμπληγάδες του εγωισμού, προσωπικά επιλέγω να κρατήσω ό,τι καλύτερο έχουν προσφέρει ΟΛΟΙ εκείνοι που προσπάθησαν και διατήρησαν ζωντανό το έργο του Ράιχ. Ανεξάρτητα από τα λάθη στα οποία ενδεχομένως να υπέπεσαν δεν μπορώ παρά να νιώσω σεβασμό προς το πρόσωπό τους για το βάρος που σήκωσαν στους ώμους τους ώστε να ωφεληθούμε οι νεότεροι. Ως εκ τούτου, αισθάνομαι ευγνωμοσύνη προς τους θεραπευτές και τους επιβλέποντές μου αλλά και προς κάποιους φίλους και συναδέλφους οργονομιστές, έστω και «πρώην», που με στήριξαν με πολλούς τρόπους στα χρόνια της μαθητείας μου στο Κολέγιο και συνέβαλλαν καθοριστικά στην εξέλιξή μου. Θέλω να αφήσω στην άκρη μικρότητες, «άστοχες» ή «ατυχείς ενέργειες», νευρωτικές εκδηλώσεις και ΛΑΘΗ, από όπου κι αν προέρχονται, γιατί απλούστατα ΟΛΟΙ ΑΝΕΞΑΙΡΕΤΩΣ είμαστε σε αυτά επιρρεπείς.
[1] Μερικοί από τους αποχωρήσαντες έφυγαν μετά από 10, 15 ή και 25 χρόνια ενεργής συμμετοχής στις δραστηριότητες του ΑΚΟ και μάλιστα κάποιοι από αυτούς είχαν καταλάβει και υψηλές θέσεις στην ιεραρχία του, έγιναν πρόεδροι (Μπλάσμπαντ, Καρπφ), ταμίες ή και μέλη της εκπαιδευτικής επιτροπής (Σουόρτσμαν).